HeadShort.png

ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΑ ΚΑΙ ΚΟΝΤΑΚΙΑ ΘΕΟΜΗΤΟΡΙΚΩΝ ΕΟΡΤΩΝ

«Μεγαλύνει η ψυχή μου τον Κύριον και ηγαλλίασε το πνεύμα μου επί τω Θεώ τω Σωτήρι μου.»

 

8 Σεπτεμβρίου. Το Γενέθλιον της Θεοτόκου.

Απολυτίκιο. Ήχος δ'.

Ή Γέννησίς σου Θεοτόκε, χαράν εμήνυσε πάση τη οικουμένη, εκ σου γαρ ανέτειλεν ο Ήλιος της δικαιοσύνης, Χριστός ο Θεός ημών και λύσας την κατάραν, έδωκε την ευλογίαν και καταργήσας τον θάνατον, εδωρήσατο ημίν ζωήν την αιώνιον.

Κοντάκιο. Ήχος δ'. Αυτόμελον.

Ιωακείμ και Άννα ονειδισμού ατεκνίας, και Αδάμ και Εύα, εκ της φθοράς του θανάτου, ηλευθερώθησαν Άχραντε, εν τη Αγία Γεννήσει σου' Αυτήν εορτάζει και ο λαός Σου, ενοχής των πταισμάτων λυτρωθείς εν τω κράζειν σοι. Ή στείρα τίκτει την Θεοτόκον και τροφόν της ζωής ημών.

 

28 Οκτωβρίου. Της Αγίας Σκέπης της Θεοτόκου.

Απολυτίκιο. Ήχος α'. Της ερήμου.

Της σκέπης σου Παρθένε, ανυμνούμεν τας χάριτας, ην ως φωτοφόρον νεφέλην, εφαπλοίς υπέρ έννοιαν, και σκέπεις τον λαόν σου νοερώς, εκ πάσης των εχθρών επιβουλής. Σε γαρ σκέπην και προστάτιν και βοηθόν, κεκτήμεθα βοώντες σοι. Δόξα τοις μεγαλειοίς σου Αγνή, δόξα τη θεία Σκέπη σου, δόξα τη προς ημάς σου, προμηθεία Άχραντε.

Κοντάκιο. Ήχος πλ. δ'. Τη υπερμάχω.

Ώσπερ νεφέλη αγλαώς επισκιάζουσα, της Εκκλησίας τα πληρώματα Πανάχραντε, εν τη πόλει πάλαι ώφθης τη Βασιλίδι. Αλλ' ως σκέπη του λάου σου και υπέρμαχος, περισκέπασον ημάς εκ πάσης θλίψεως, τους κραυγάζοντας΄ Χαίρε Σκέπη ολόφωτε.

 

21 Νοεμβρίου. Τα Έισόδια της Θεοτόκου.

Απολυτίκιο. Ήχος δ'.

Σήμερον της ευδοκίας Θεού το προοίμιον, και της των ανθρώπων σωτηρίας η προκήρυξις. Εν ναώ του Θεού, τρανώς η Παρθένος δείκνυται, και τον Χριστόν τοις πάσι προκαταγγέλλεται. Αύτη και ημείς μεγαλοφώνως βοήσωμεν' Χαίρε της οικονομίας, του Κτιστού η εκπλήρωσις.

Κοντάκιο. Ήχος δ'. Ό υψωθείς εν τω Σταυρώ.

Ό καθαρότατος Ναός του Σωτήρος, η πολυτίμητος πάστας και Παρθένος, το ιερόν θησαύρισμα της δόξης του Θεού, σήμερον εισάγεται, εν τω οίκω Κυρίου, την χάριν συνεισάγουσα, την εν Πνεύματι Θείω ην ανυμνούσιν Άγγελοι Θεού' Αυτή υπάρχει, σκηνή επουράνιος.

 

9 Δεκεμβρίου. Η σύλληψη της Αγίας Άννας, μητέρας της Θεοτόκου. Απολυτίκιο. Ήχος δ΄.

Σήμερον της ατεκνίας δεσμά διαλύονται’ του Ιωακείμ γαρ και της Άννης εισακούων Θεός, παρ' ελπίδα τεκείν αυτούς, σαφώς υπισχνείται Θεόπαιδα’ εξ ης Αυτός ετέχθη ο απερίγραπτος, βροτός γεγονώς, δι΄ Αγγέλου κελεύσας βοήσαι Αυτή’ «Χαίρε κεχαριτωμένη, ο Κύριος μετά σου».

Κοντάκιο. Ήχος δ'. Έπεφάνης σήμερον.

Εορτάζει σήμερον η Οικουμένη, την της Άννης Σύλληψιν, γεγενημένην εκ Θεού’ και γαρ αυτή απεκύησε, την υπέρ λόγον, τον Λόγον κυήσασαν.

 

26 Δεκεμβρίου. Η Σύναξη της Θεοτόκου.

Απολυτίκιον. Ήχος δ'. Ταχύ προκατάλαβε.

Ως βρέφος βαστάζουσα, εν ταις αγκάλαις Αγνή, των πάντων δεσπόζοντα, σάρκα λαβόντα εκ σου, χαράς ώφθης πρόξενος, όθεν πάσα η κτίσις, ανυμνεί χαρμοσύνως, σήμερον Θεοτόκε, την φρικτήν σου λοχείαν πηγήν γαρ αθανασίας, κόσμω εκύησας.

Κοντάκιον. Ήχος πλ. δ΄.

Ο προ Εωσφόρου εκ Πατρός αμήτωρ γεννηθείς, επί της γης απάτωρ εσαρκώθη σήμερον εκ σου' όθεν Αστήρ ευαγγελίζεται Μάγοις, Άγγελοι δε μετά Ποιμένων υμνούσι, τον άσπορον Τόκον σου, ώ Κεχαριτωμένη.

 

2 Φεβρουαρίου. Της Υπαπαντής του Κυρίου.

Απολυτίκιο ήχος α'.

Χαίρε, Κεχαριτωμένη Θεοτόκε παρθένε εκ σου γαρ ανέτειλεν ο ήλιος της δικαιοσύνης, Χριστός ο Θεός ημών, φωτίζων τους εν σκότει. Ευφραίνου και συ, πρεσβύτα δίκαιε, δεξάμενος εν αγκάλαις τον ελευθερωτήν των ψυχών ημών χαριζόμενον ημίν και την ανάστασιν».

Κοντάκιο. Ήχος α'.

Ο μήτραν παρθενικήν αγιάσας τω τόκω σου, και χείρας του Συμεών ευλογήσας ως έπρεπε, προφθάσας και νυν έσωσας ημάς Χριστέ ο Θεός. Αλλ' ειρήνευσον εν πολέμοις το πολίτευμα, και κραταίωσον βασιλείς ους ηγάπησας, ο μόνος φιλάνθρωπος.

 

25 Μαρτίου. Του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου

Απολυτίκιο. Ήχος δ'.

Σήμερον της σωτηρίας ημών το κεφάλαιον και του απ ' αιώνος μυστηρίου η φανέρωσις ο Υιός του Θεού, Υιός της Παρθένου γίνεται και Γαβριήλ την χάριν ευαγγελίζεται. Διό και ημείς συν αυτώ τη Θεοτόκω βοήσωμεν, Χαίρε, Κεχαριτωμένη, ο Κύριος μετά σου.

Κοντάκιο. Ήχος πλ. δ'. Αυτόμελον.

Τη υπερμάχω στρατηγώ….

 

15 Αυγούστου. Της Κοιμήσεως της Θεοτόκου.

Απολυτίκιο. Ήχος α'.

Εν τη γεννήσει την παρθενίαν εφύλαξας, εν τη κοιμήσει τον κόσμον ου κατέλιπες, Θεοτόκε. μετέστης προς την ζωήν, Μήτηρ υπάρχουσα της ζωής και ταις πρεσβείαις ταις σαις λυτρουμένη εκ θανάτου τας ψυχάς ημών.

Κοντάκιο. Ήχος πλ. β'. Αυτόμελον.

Την εν πρεσβείαις ακοίμητον Θεοτόκον, και προστασίαις αμετάθετον ελπίδα, τάφος και νέκρωσις ουκ εκράτησεν ως γαρ ζωής Μητέρα, προς την ζωήν μετέστησεν, ο μήτραν οικήσας αειπάρθενον.

 

31 Αυγούστου. Της Αγίας Ζώνης της Θεοτόκου.

Απολυτίκιο. Ήχος δ'. Ταχύ προκατάλαβε.

Προς δόξαν Ακήρατον, ανερχομένη Αγνή, χειρί σου δεδώρησαι, τω Αποστόλω Θωμά, την πάνσεπτον Ζώνην σου, όθεν Παρθενομήτορ, την κατάθεσιν ταύτης, άγοντες χαρμοσύνως, την σήν χάριν υμνούμεν, δι΄ ης περιζωννύμεθα, ισχύν αήττητον.

Κοντάκιον. Ήχος β'. Την εν πρεσβείαις.

Την θεοδόχον γαστέρα σου Θεοτόκε, περιβαλούσα ή Ζώνη σου η τιμία, κράτος τη πολιτεία σου απροσμάχητον, και θησαυρός υπάρχει των αγαθών ανέκλειπτος, η μόνη τεκούσα Αειπάρθενος.

 

Θεοτοκίον.

Την παγκόσμιον δόξαν, την εξ ανθρώπων σπαρείσαν, και τον Δεσπότην τεκούσαν, την επουράνιον πύλην, υμνήσωμεν Μαρίαν την Παρρθένον, των Ασωμάτων το άσμα και των πιστών το εγκαλλώπισμα. Αύτη γαρ ανεδείχθη ουρανός, και ναός της Θεότητος. Αύτη το μεσότείχον της έχθρας καθελούσα, ειρήνην αντεισήξε και το βασίλειον ηνέωξε. Ταύτην ουν κατέχοντες της Πίστεως την άγκυραν, υπέρμαχον έχομεν τον εξ αυτής τεχθέντα Κύριον. Θαρσείτω τοίνυν, Θαρσείτω λαός του Θεού' και γαρ αυτός πολεμήσει τους εχθρούς ως Παντοδύναμος,

 

Θεοτοκίον. Ήχος Γ΄.

Την ωραιότητα της παρθενίας σου και το υπέρλαμπρον το της αγνείας σου, ο Γαβριήλ καταπλαγείς, εβόα σοι, Θεοτόκε ΙΙοίο σοι εγκώμιον προσαγάγω επάξιον τι δε ονομάσω σε; απορώ και εξίσταμαι, διό ως προσετάγην, βοώ σοι' Χαίρε, η Κεχαριτωμένη.

 

Χόρευε, Θεοτόκε

Ό άγγελος εβόα τη κεχαριτωμένη Αγνή Παρθένε, χαίρε και πάλιν ερώ, χαίρε ο σος Υιός ανέστη τριήμερος εκ τάφου. Φωτίζου, φωτίζου, η νέα Ιερουσαλήμ, η γαρ δόξα Κυρίου επί σε ανέτειλε. Χόρευε νυν και αγάλλου, Σιών συ δε αγνή, τέρπου, Θεοτόκε, εν τη εγέρσει του τόκου σου.

(θ' ωδή κανόνος Πάσχα)

 

Θεοτόκε Παρθένε, χαίρε κεχαριτωμένη Μαρία, ο Κύριος μετά Σου' ευλογημένη Συ εν γυναιξί, και ευλογημένος ο καρπός της κοιλίας Σου, ότι Σωτήρα έτεκες, των ψυχών ημών.

 

Πρέσβευε, Δέσποινα, υπέρ ημών των αχρείων

δούλων Σου!Σμίξε τα δύο χέρια Σου, μπρος στ' Άγιο παιδί Σου,

και παρακαλεί, Δέσποινα, ακόμη και για μένα. 

Ας ψιθυρίσει έλεος η σπλαχνική φωνή Σου,

κι ας δεηθούν τα χείλη Σου για σπλάχνα πονεμένα. 

Εσένα, Παναγία μου, Εσένα έχω μόνο, 

εις την ελπίδα, στ' όνειρο, εις την χαρά, τον πόνο.

Άλλοι σε κράζουν έλεος, ελπίδα ο θλιμμένος, 

Βασίλισσα της Εκκλησιάς σε κράζει η καμπάνα, 

ελεημοσύνη ο πτωχός, νερό ο διψασμένος, 

μα η καρδιά μου Δέσποινα, αυτή σε κράζει Μάνα!

 

Στην Παντάνασσα σε καιρό πειρασμών

 

Παντάνασσα, πανύμνητε, Παρθενομήτορ Κόρη, 

εμών ρημάτων άκουσον και πρόσχες μοι τοις λόγοις.

Ίδε δακρύων σταλαγμούς, ίδε ψυχής την λύπην,

ίδε και μη παρίδης με, Δέσποινα Θεοτόκε.

Ου φέρω τας επιβουλάς σατάν του βροτοκτόνου,

ου φέρω την επίθεσιν, ου φέρω την κακίαν. 

Ου στέγω τούτου μηχανάς, ενέδρας, λόγους, δόλους,

ουχ υπομένειν δύναμαι την πλάνην και απάτην. 

Βιάζει και πειράζει με νυκτός και καθ' ημέραν 

συντρίβει και θηρεύει με, πράξεσιν αθεμίτοις. 

Εις αμαρτίας βάραθρα έλκει και συνωθεί με 

ψυχής τας κόρας έσβεσεν, ημαύρωσε τον νουν μου.

Το σώμα κατερρύπωσεν, εσπίλωσε το πνεύμα

εξέδυσέμε την λαμπράν στολήν της σωφροσύνης. 

Αφήρπασεν, εσύλησε τον πλούτον της ψυχής μου,

τα δώρα και χαρίσματα τ' από Θεού δοθέντα. 

Πένητα με κατέστησε πάντων καλών ων είχον

λοιπόν, Αγνή πανάχραντε, Χριστιανών η δόξα. 

Των θλιβομένων χαρμονή, λιμήν χειμαζόμενων

και σκέπη και κραταίωμα των καταπονούμενων. 

Ή τον Χριστόν μου τέξασα του κόσμου τον Δεσπότην

και γαλακτοτροφήσασα τον τρέφοντα την κτίσιν. 

Ελέησον, οικτείρησον τον σον αχρείον δούλον

και τον εχθρόν τον πονηρόν, τον ψυχοφθόρον λύκον, 

κατάβαλε, Πανύμνητε, ελπίς απηλπισμένων

και δός μοι την συγχώρησιν των πρώην μου πταισμάτων, 

και την άντίληψιν την σην νυν τε και μέχρι τέλους

Θεογεννήτορ, έχειν με, μηδόλως χωρισθήναι. 

Επί τω τέλει φάνηθι μεσίτις και προστάτις

εξαιρουμένη με δεινών κ' αισχύνης αιωνίου.

Έν λύπαις γαρ παράκλησιν έχω σε, Θεομητορ, 

προστάτιν εν τοις πειρασμοίς, ρύστιν εν τοις κινδύνοις. 

Νυν τας ελπίδας επί σοι τίθημι, Θεοτόκε

σε κέκτημαι και βοηθόν κατά των εναντίων.

Εν θλίψεσι παραψυχήν, εν νόσοις θεραπείαν

καθ' όλον παραμύθιον δια παντός του βίου.

Και δός φωναίς ψαλμωδικαίς ευχαριστείν σοι, Κόρη

Και μεγαλύνειν δια σου τον πλάστην και Θεόν μου. 

Πάντοτε, νυν τε και αεί κ' εις πάντας τους αιώνας. Αμήν.

 

(Από το Συνταγμάτιον ευχών ίερ. Ματθ. Τζιγάλα του Κυπρίου, Προσευχητάριο Σιμωνώφ)

 

Αγνή Παρθένε - Ποίημα του αγίου Νεκταρίου.

 

1. Αγνή Παρθένε Δέσποινα, άχραντε Θεοτόκε, 

Χαίρε, Νύμφη Ανύμφευτε! (Επωδός)

2. Παρθένε Μήτερ Άνασσα, πανέδροσέ τε πόκε. Χαίρε,...

3. Υψηλοτέρα Ουρανών, ακτινών λαμπροτέρα. Χαίρε,...

4. Χαρά παρθενικών χορών, αγγέλων υπερτέρα. Χαίρε,...

5. Έκλαμπροτέρα ουρανών, φωτός καθαρωτέρα. Χαίρε,...

6. Των ουρανίων στρατιών πασών αγιωτέρα. Χαίρε,...

7. Μαρία αειπάρθενε, κόσμου παντός Κυρία. Χαίρε,...

8. Άχραντε νύμφη Πάναγνε, Δέσποινα Παναγία. Χαίρε,...

9. Μαρία, Νύμφη Άνασσα, χαράς ημών αιτία. Χαίρε,...

10.Κόρη σεμνή, Βασίλισσα, Μήτηρ Ύπεραγία. Χαίρε,...

11.Τιμιωτέρα Χερουβείμ, υπερενδοξοτέρα. Χαίρε,...

12.Των Ασωμάτων Σεραφείμ, των θρόνων υπέρτερα. Χαίρε,... 

13. Χαίρε το άσμα Χερουβείμ, χαίρε ύμνος αγγέλων. Χαίρε,...

14. Χαίρε ωδή των Σεραφείμ, χαρά των Αρχαγγέλων. Χαίρε,...

15. Χαίρε ειρήνη και χαρά, λιμήν της σωτηρίας. Χαίρε,...

16. Πάστας του Λόγου ιερά, άνθος της αφθαρσίας. Χαίρε,...

17. Χαίρε παράδεισε τρυφής ζωής τε αιωνίας. Χαίρε,...

18. Χαίρε το ξύλον της ζωής, πηγή αθανασίας. Χαίρε,....

19. Σε Ικετεύω, Δέσποινα, Σε νυν επικαλούμαι. Χαίρε,...

20. Σε δυσωπώ. Παντάνασσα, σην χάριν εξαιτούμαι. Χαίρε,....

21. Κόρη σεμνή και άσπιλε, Δέσποινα Παναγία. Χαίρε,...

22. Θερμώς επικαλούμαι Σε, Ναέ ηγιασμένε. Χαίρε,...

23. Αντιλαβού μου, ρύσαι με από του πολεμίου. Χαίρε,...

24. Και κληρονόμον δείξον με ζωής της αιωνίου. Χαίρε,...

ΧΑΙΡΕ ΝΥΜΦΗ ΑΝΎΜΦΕΥΤΕ!

 

Γιατί τιμούμε την Παναγία

 

Το "Πάσχα του καλοκαιριού", κατά τον "άγιο" των ελληνικών γραμμάτων Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη, θα εορτάσουμε και πάλι. Με κάθε λαμπρότητα, όλος ο ορθόδοξος κόσμος θα εορτάσει με αγρυπνίες, με Θείες Λειτουργίες, την Κοίμηση και την εις ουρανούς μετάσταση της Υπεραγίας Θεοτόκου. Γιατί όμως, εμείς οι Ορθόδοξοι τιμούμε με τόση μεγαλοπρέπεια την Κυρία Θεοτόκο;

Την τιμούμε, διότι κατέστη το Σκεύος της εκλογής του Θεού, ώστε να γεννήσει τον Ιησούν Χριστόν και να γίνει η Μητέρα του Θεού.

Την τιμούμε, γιατί, αυτή άλλαξε την πορεία της ανθρωπότητος. Η Παναγία έγινε η "γέφυρα η μετάγουσα τους εκ γής προς ουρανόν" (από τους χαιρετισμούς). Την τιμούμε, γιατί έγινε η κλίμαξ δια της οποίας κατέβηκε εις την γή ο Θεός και έτσι αποκαλύφθηκε όλη η αλήθεια, όλο το φώς.

Τη τιμούμε, γιατί η Παναγία είναι το πρόσωπο εκείνο πού προφητεύτηκε μέσα στην Αγία Γραφή και κυρίως μέσα στην Παλαιά Διαθήκη. Κατά την έξοδο των πρωτοπλάστων από τον Παράδεισο, ο Θεός δίνει μία μικρή ελπίδα, πώς κάτι θα γίνει για να λυτρωθεί όλο το άνθρώπινο γένος. "Και έχθραν θήσω ανά μέσον σού και ανά μέσον του σπέρματος σου και ανά μέσον του σπέρματος αυτής. Αυτό σου τηρήσει κεφάλην και σύ τηρήσεις αυτού πτέρναν" (Γεν. 3, 15).

Ο Πατριάρχης Ιακώβ, κατά την διάρκεια του ύπνου του προείδε την Παναγία ως κλίμακα, να ανεβαίνουν και να κατεβαίνουν οι άγγελοι από τον ουρανό. "Και ενυπνιάσθη και ιδού κλίμαξ εστηριγμένη εν τη γή ής η κεφαλή αφικνείτο εις τον ουρανόν, και οι άγγελοι του Θεού ανέβαινον και κατέβαινον επ' αυτής" (Γεν. 28, 12).

Ο Προφήτης Ησαΐας προφητεύει την έλευση του Χριστού από μία Παρθένο Κόρη. "Δια τούτο δώσει Κύριος αυτός υμίν σημείον. Ιδού η Παρθένος εν γαστρί έξει και τέξεται υιόν και καλέσεις το όνομα αυτού Εμμανουήλ" (Ησ. 7, 14).

Την τιμούμε γιατί, η Παναγία επελέγει από όλες τις κοπέλες, ως η καθαρωτέρα και αγιοτέρα, για να γίνει η Μητέρα του Θεού. Οι Πατέρες της Εκκλησίας, μας λένε πώς για την υλοποίηση του σχεδίου του Θεού για την σωτηρία του ανθρώπου, ο Θεός έδωσε τον Υιό Του τον Μονογενή και η ανθρωπότης έδωσε την Παναγία. Ο Άγιος Ειρηναίος Επίσκοπος Λουγούνων κάνοντας ένα παραλληλισμό της Εύας με την Παναγία γράφει: "Η Εύα, έπρεπε να αποκατασταθεί εν τω προσώπω της Μαρίας, ίνα μία Παρθένος να γίνει συνήγορος άλλης παρθένου και να εξαλείψει την ανυπακοήν της πρώτης δια της παρθενικής υπακοής" (Ειρην. 32, 33).

Την τιμούμε, και ιδιαιτέρως εμείς οι Ρωμηοί, γιατί η Παναγία έγινε η Προστάτις και η Έφορος όλης της Ρωμηοσύνης. "Όλος ο Ελληνισμός, όλο το Γένος, όλη η Ρωμηοσύνη μοσχοβολά από το ευωδιαστόν σκήνωμα της Παναγίας, πού είναι η Μήτηρ των ορφανεμένων, η ελπίς των απελπισμένων, η χαρά των θλιβομένων, η άγκυρα των θαλασσοδερμένων" όπως γράφει ο Κυδωνιεύς Φώτης Κόντογλου. Από την μία άκρη της Ρωμηοσύνης ως την άλλη, πόλεις, χωριά, μεγαλοπρεπείς Εκκλησίες και Μοναστήρια , εορτάζουν, πανηγυρίζουν και χαίροντα.

Η Παναγία, ήταν αυτή πού στάθηκε και στις χαρές και στις λύπες δίπλα στην πονεμένη, σταυρωμένη, αλλά πάντοτε αναστημένη Ρωμηοσύνη. Σε αυτήν αφιέρωσε ο Μέγας Κωνσταντίνος την Πρωτεύουσα του Κράτους του και Πρωτεύουσα όλων μας. Την Κωνσταντινούπολη. Αναρίθμητα Θεομητορικά Μοναστήρια, αγιάσματα και Εκκλησίες κοσμούσαν και κοσμούν μέχρι σήμερα την Πόλη. Η Παναγία, είναι αυτή που έσωσε την Πόλη και το Γένος μας, κατά την επιδρομή των Αβάρων το καλοκαίρι του 626 μ. Χ. Η Παναγία είναι αυτή πού έκλαψε με το Γένος μας την μαύρη εκείνη ημέρα της 29ης Μαΐου του 1453, όταν ακούστηκε το "Εάλω η Πόλις".

Την τιμούμε όμως και για ένα ακόμα λόγο. Για ένα λόγο πού μόνο με θαύμα και με παρέμαβση δική της μπορεί να χαρακτηριστεί. Η Παναγιά της Πονεμένης Ρωμηοσύνης, άκουσε τους αλαλήτους στεναγμούς του Γένους μας, και το θαύμα έγινε. Το ιστορικό της Παλλάδιο, η Ιερά Πατριαρχική και Σταυροπηγιακή Μονή της στο όρος Μελά, στην ιστορική Πρωτεύουσα του Ποντιακού Ελληνισμού στην Τραπεζούντα, μετά από σιωπή δεκαετιών από την μαύρη εκείνη χρονιά του 1922, ξαναλειτουργεί, ανήμερα της εορτής της. Και όχι μόνο λειτουργεί, αλλά η Λειτουργία αυτή τελείται από τον Πρώτο της Ορθοδοξίας και Ύπατο του Γένους μας, τον Παναγιώτατο Οικουμενικό μας Πατριάρχη κύριο Βαρθολομαίο, ο οποίος είναι ο Πρώτος Πατριάρχης μετά το 1922, αλλά και ο Πρώτος Πατριάρχης στην Ιστορία της Μονής πού λειτουργεί σε αυτήν.

Να γιατί τιμούμε την Παναγία. Να γιατί "αι γενεαί αι πάσαι" θα μακαρίζουν εις αιώνας αιώνων, την Κυρία των Αγγέλων, την "υψηλοτέραν των ουρανών και καθαροτέραν λαμπηδόνων ηλιακών".

Ας προσπέσουμε με πίστη κι ευλάβεια στο άγιο εικόνισμά της, και να την παρακαλέσουμε χύνοντας τα δάκρυά μας, να προστατεύει όλο τον κόσμο, όλο το Γένος, όλη την Ρωμηοσύνη, την Πόλη της και το Ιερό της Ορθοδοξίας Κέντρο.

Γράφει: ο Αρχιμ.Ιωακείμ Οικονομίκος, Γενικός Αρχιερατικός Επίτροπος Ι.Μ.Κίτρους

 

15/8 'Εμψυχος κιβωτός η Παναγία [π. Δημητρίου Μπόκου]


Ο λαός του Θεού είναι έτοιμος να εισέλθει στη γη της Επαγγελίας. Αργηγός του τώρα, μετά τον πρόσφατο θάνατο του Μωυσή, είναι ο Ιησούς του Ναυή. Μπροστά τους κυλάει ο Ιορδάνης ποταμός. Την εποχή εκείνη ήταν αδιάβατος. «Επληρούτο καθ’ όλην την κρηπίδα αυτού». Η κοίτη του ήταν πλημμυρισμένη από άκρη σε άκρη. Με εντολή του Θεού ο Ιησούς του Ναυή έδωσε οδηγίες στον λαό για τη διάβαση. Μπροστά βάδισαν οι ιερείς σηκώνοντας στους ώμους τους την Κιβωτό της Διαθήκης, τη δόξα του Ισραήλ, όπου φυλάσσονταν οι πλάκες του Νόμου και άλλα ιερά αφιερώματα.
Όταν οι ιερείς μπήκαν στον Ιορδάνη και βράχηκαν λίγο τα πόδια τους στο νερό, στάθηκαν, κρατώντας πάντα υψωμένη την Κιβωτό. Επαναλήφθηκε τότε το θαύμα της θαυμαστής διάβασης της Ερυθράς θάλασσας. Τα ορμητικά νερά του Ιορδάνη κόπηκαν απότομα στη μέση. Αυτά που κατέβαιναν από το πάνω μέρος του ποταμού, σταμά-τησαν. Ένα υδάτινο τείχος σαν ένας μακρύς εκτεταμένος πάγος απλώθηκε σε τεράστια απόσταση, όσο έβλεπε το μάτι. Έφτανε ως την πόλη Καριαθιαρίμ. Αντιθέτως, στο κάτω μέρος του ποταμού, τα κατερχόμενα νερά συνέχισαν να τρέχουν ορμητικά, ώσπου άδειασαν όλα στην αλμυρή Νεκρά θάλασσα. Ο Ιορδάνης έγινε στεριά. Ο λαός γεμάτος δέος και κατάπληξη παρακολουθούσε απέναντι ακριβώς από την Ιεριχώ.
Αφού στέγνωσε ο Ιορδάνης, οι ιερείς με την Κιβωτό προχώρησαν και στάθηκαν στο μέσον. Ο λαός πήρε τότε εντολή να διαβεί τον ποταμό. Κανένας δεν έπρεπε να πλησιάσει την Κιβωτό. Την έβλεπαν μόνο ευλαβικά από απόσταση δύο χιλιάδων πήχεων (χιλίων περίπου μέτρων).  Μαζί τους έλαβαν δώδεκα μεγάλους λίθους από την κοίτη του Ιορδάνη, ένα για κάθε φυλή του Ισραήλ, και τους έστησαν στον τόπο όπου στρατοπέδευσαν, σε ανάμνηση του μεγάλου θαύματος. Αφού πέρασε όλος ο λαός, προχώρησαν τελευταίοι και οι ιερείς, εισάγοντας την Κιβωτό στη γη της Επαγγελίας. Με την έξοδό τους από τον Ιορδάνη, τα σταματημένα νερά του άρχισαν και πάλι να κυλούν κανονικά (Ιησ. Ν., κεφ. 3-4).
Την εικόνα αυτή αντιστοιχίζει ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός με την Κοίμηση της Θεοτόκου. Οι Απόστολοι τότε συνάχθηκαν με θεία δύναμη, «θεαρχίω νεύματι», από τα πέρατα της οικουμένης, για να προπέμψουν στον τάφο το «πανάχραντον και ζωαρχικόν σκήνος» της, δηλαδή «το ζωοδόχον σώμα» της.
Με πρώτο τον Απόστολο Πέτρο σήκωσαν όλοι στους ώμους τους την αληθινή Κιβωτό του Θεού, όπως τότε οι ιερείς στον Ιορδάνη ύψωσαν την Κιβωτό της Διαθήκης, τον τύπο της έμψυχης Κιβωτού του Θεού (της Παναγίας). Και όπως δια μέσου του Ιορδάνη οι ιερείς εισήγαγαν την Κιβωτό στη γη της Επαγγελίας, έτσι και τώρα οι Απόστολοι, χρησιμοποιώντας τον τάφο σαν άλλον Ιορδάνη, παραπέμπουν στην αληθινή γη της Επαγγελίας, δηλαδή στην Άνω Ιερουσαλήμ, «την πάντων των πιστών Μητέρα». Και Άνω Ιερουσαλήμ βέβαια λέγεται η πόλη με τα ασάλευτα θεμέλια, της οποίας τεχνίτης και δημιουργός είναι ο Θεός. Η Βασιλεία των Ουρανών (Εβρ. 11, 10).
Ο Θεός μάς τίμησε ιδιαιτέρως κάνοντας και δική μας μητέρα την έμψυχη Κιβωτό του, τη μητέρα του. Ας ατενίζουμε ευλαβικά και εμείς την πανάχραντη μορφή της, για να διαπεράσουμε υπό τη μητρική της προστασία τον πολυκύμαντο Ιορδάνη της ζωής μας και να φτάσουμε όλοι ασφαλείς στην ακύμαντη γαλήνη της Βασιλείας του Θεού.

 

(ΛΥΧΝΙΑ ΝΙΚΟΠΟΛΕΩΣ, αρ. φ. 421, Αύγ. 2018)

Μικρός Παρακλητικός Κανόνας στην Θεοτόκο

Ευλογήσαντος του ιερέως λέγομεν τον παρόντα ψαλμόν.

Ψαλμός ρμβ΄ (142)

Κύριε εισάκουσον της προσευχής μου, ενώτισαι την δέησίν μου εν τη αληθεία σου, εισάκουσον μου εν τη δικαιοσύνη σου. Και μή εισέλθης εις κρίσιν μετά του δούλου σου, ότι ου δικαιοθήσεται ενώπιόν σου πάς ζών. ’Οτι κατεδίωξεν ο εχθρός την ψυχήν μου. Εταπείνωσε εις γήν την ζωήν μου. Εκάθισέ με εν σκοτεινοίς ως νεκρούς αιώνας, και ηκηδίασεν επ’ εμέ το πνεύμα μου, εν εμοί εταράχθη η καρδία μου. Εμνήσθην ημερών αρχαίων, εμελέτησα εν πάσι τοις έργοις σου, εν ποιήμασι των χειρών σου εμελέτων. Διεπέτασα προς σε τας χείρας μου, η ψυχή μου ως γή άνυδρός σοι. Ταχύ εισάκουσόν μου, Κύριε, εξέλιπε το πνεύμα μου. Μή αποστρέψης το πρόσωπόν σου απ’ εμού και ομοιωθήσομαι τοις καταβαίνουσιν εις λάκκον. Ακουστόν ποίησόν μοι το πρωί το έλεός σου, ότι πρός σε ήρα την ψυχήν μου. Εξελού με εκ των εχθρών μου, Κύριε, πρός σε κατέφυγον, δίδαξόν με του ποιείν τό θέλημά σου, ότι σύ εί ο Θεός μου. Το πνεύμα σου το αγαθόν οδηγήσει με εν γή ευθεία, ένεκεν του ονόματός σου, Κύριε, ζήσεις με. Εν τη δικαιοσύνη σου εξάξεις εκ θλίψεως την ψυχήν μου, και εν τω ελέει σου εξολοθρεύσεις τους εχθρούς μου, και απολείς πάντας τους θλίβοντας την ψυχήν μου, ότι εγώ δούλος σου ειμί.

Θεός Κύριος…

Τη Θεοτόκω εκτενώς νυν προσδράμωμεν, αμαρτωλοί και ταπεινοί και προσπέσωμεν, εν μετανοία κράζοντες εκ βάθους ψυχής. Δέσποινα βοήθησον, εφ ημίν σπλαγχνισθείσα, σπεύσον απολλύμεθα υπό πλήθους πταισμάτων. Μη αποστρέψης σους δούλους κενούς. Σε γαρ και μόνην ελπίδα κεκτήμεθα.

Δόξα. Το αυτό. Και νύν.

Ου σιωπήσωμεν ποτε Θεοτόκε, τας δυναστείας σου λαλείν οι ανάξιοι. Ειμή γαρ συ προίστασο πρεσβεύουσα, τις ημάς ερρύσατο, εκ τοσούτων κινδύνων; τις δε διεφύλαξεν, εως νυν ελευθέρους; ουκ αποστώμεν Δέσποινα εκ σού. Σους γαρ δούλους σώζεις αεί εκ παντοίων δεινών.

Ψαλμός ν΄ (50)

Ελέησον με ο Θεός, κατά το μέγα έλεός σου και κατά το πλήθος των οικτιρμών σου εξάλειψον το ανόμημά μου. Επί πλείον πλύνον με από της ανομίας μου και από της αμαρτίας μου καθάρισον με. Ότι την ανομίαν μου εγώ γινώσκω, και η αμαρτία μου ενώπιον μου εστί διά παντός. Σοι μόνω ήμαρτον και το πονηρόν ενώπιον σου εποίησα, όπως αν δικαιωθής εν τοις λόγοις σου, και νικήσης εν τω κρίνεσθαί σε. Ιδού γάρ εν ανομίαις συνελήφθην και εν αμαρτίαις εκίσσησε με η μήτηρ μου. Ιδού γαρ αλήθειαν ηγάπησας, τα άδηλα και τα κρύφια της σοφίας σου εδήλωσάς μοι. Ραντιείς με υσσώπω και καθαρισθήσομαι, πλυνείς με, και υπέρ χιόνα λευκανθήσομαι. Ακουτιείς μοι αγαλλίασιν και ευφροσύνην, αγαλλιάσονται οστέα τεταπεινωμένα. Απόστρεψον το πρόσωπον σου από των αμαρτιών μου, και πάσας τας ανομίας μου εξάλειψον. Καρδίαν καθαράν κτίσον εν εμοί ο Θεός, και πνεύμα ευθές εγκαίνισον εν τοις εγκάτοις μου. Μη απορρίψης με από του προσώπου σου, και το Πνεύμα σου το άγιον μη αντανέλης απ’ εμού. Απόδος μοι την αγαλλίασιν του σωτηρίου σου και πνεύματι ηγεμονικώ στήριξόν με. Διδάξω ανόμους τας οδούς σου, και ασεβείς επί σε επιστρέψουσι. Ρύσαι με εξ αιμάτων ο Θεός, ο Θεός της σωτηρίας μου, αγαλλιάσεται η γλώσσα μου την δικαιοσύνην σου. Κύριε τα χείλη μου ανοίξεις, και το στόμα μου αναγγελεί την αίνεσιν σου. ‘Oτι ει ηθέλησας θυσίαν, έδωκα άν, ολοκαυτώματα ουκ ευδοκήσεις. Θυσία τω Θεώ πνεύμα συντετριμμένον, καρδίαν συντετριμμένην και τεταπεινωμένην ο Θεός ουκ εξουδενώσει. Αγάθυνον, Κύριε, εν τη ευδοκία σου την Σιών, και οικοδομηθήτω τα τείχη Ιερουσαλήμ. Τότε ευδοκήσεις θυσίαν δικαιοσύνης, αναφοράν και ολοκαυτώματα, τότε ανοίσουσιν επί το θυσιαστήριον σου μόσχους.

 Υγράν διοδεύσας ωσεί ξηράν, και την Αιγυπτίαν, μοχθηρία διαφυγών, ο Ισραηλίτης ανεβόα. Τω λυτρωτή και θεώ ημών άσωμεν.

Τροπάρια.

Πολλοίς συνεχόμενος πειρασμοίς, προς σε καταφεύγω, σωτηρίαν επιζητών. Ω Μήτερ του Λόγου και Παρθένε, των δυσχερών και δεινών με διάσωσον.

Παθών με ταράττουσι προσβολαί, πολλής αθυμίας εμπίπλωσαί μου την ψυχήν. Ειρήνευσον Κόρη τη γαλήνη, τη του Υιού και Θεού σου Πανάμωμε.

Σωτήρα τεκούσαν σε και Θεόν, δυσωπώ Παρθένε, λυτρωθήναι με των δεινών. Σοι γαρ νυν προσφεύγων ανατείνω, και την ψυχήν και την διάνοιαν.

Νοσούντα το σώμα και την ψυχήν, επισκοπής θείας, και προνοίας της παρά σου, αξίωσον μόνη Θεομήτορ, ως αγαθή αγαθού τε λοχεύτρια.

Ωδή γ΄. Ο Ειρμός.

Ουρανίας αψίδος, οροφουργέ Κύριε, και της Εκκλησίας δομήτορ, συ με στερέωσον, εν τη αγάπη τη σή, των εφετών η ακρότης, των πιστών το στήριγμα, μόνε φιλάνθρωπε.

Τροπάρια.

Προστασίαν και σκέπην, ζωής εμής τίθημι, σε Θεογεννήτορ Παρθένε. Σύ με κυβέρνησον, προς τον λιμένα σου, των αγαθών η αιτία, των πιστών το στήριγμα, μόνη πανύμνητε.

Ικετεύω Παρθένε, τον ψυχικόν τάραχον, και της αθυμίας την ζάλην, διασκεδάσαι μου. Συ γάρ Θεόνυμφε, τον αρχηγόν της γαλήνης, τον Χριστόν εκύησας, μόνη πανάχραντε.

Ευεργέτην τεκούσα, τον των καλών αίτιον, της ευεργεσίας τον πλούτον, πάσιν ανάβλυσον. Πάντα γαρ δύνασαι, ως δυνατόν εν ισχύϊ, τον Χριστόν κυήσασα, θεομακάριστε.

Χαλεπαίς αρρωστίαις, και νοσεροίς πάθεσιν, εξεταζομένω Παρθένε, σύ μοι βοήθησον. Των ιαμάτων γάρ, ανελλιπή σε γινώσκω, θησαυρόν πανάμωμε, τον αδαπάνητον.

Διάσωσον από κινδύνων τους δούλους σου Θεοτόκε, ότι πάντες μετά Θεόν εις σε καταφεύγομεν, ως άρρηκτον τείχος και προστασίαν.

Επίβλεψον εν ευμενεία πανύμνητε Θεοτόκε, επί την εμήν χαλεπήν του του σώματος κάκωσιν, και ίασαι της ψυχής μου το άλγος.

Και μνημονεύει ο Ιερεύς εκείνων, δι' ους η Παράκλησις τελείται. Μετά την δέησιν, το επόμενον Κάθισμα.

Κύριε ελέησον (ιε)

Κάθισμα. Ήχος β΄. Τα άνω ζητώ.

Πρεσβεία θερμή, και τείχος απροσμάχητον, ελέους πηγή, του κόσμου καταφύγιον, εκτενώς βοώμεν σοι. Θεοτόκε Δέσποινα πρόφθασον, και εκ κινδύνων λύτρωσαι ημάς, η μόνη ταχέως προστατεύουσα.

Ωδή δ΄. Ο Ειρμός.

Εισακήκοα Κύριε, της οικονομίας σου το μυστήριον. Κατενόησα τα έργα σου, και εδόξασα σου την θεότητα.

Τροπάρια

Των παθών μου τον τάραχον, η τον κυβερνήτην τεκούσα Κύριον, και τον κλύδωνα κατεύνασον, των εμών πταισμάτων Θεονύμφευτε.

Ευσπλαχνίας την άβυσσον, επικαλουμένω της σης παράσχου μοι, η τον εύσπλαχνον κυήσασα, και Σωτήρα πάντων των υμνούντων σε.

Απολαύοντες πάναγνε, των σων δωρημάτων ευχαριστήριον, αναμέλπομεν εφύμνιον, οι γινώσκοντές σε Θεομήτορα.

Οι ελπίδα και στήριγμα, και της σωτηρίας τείχος ακράδαντον, κεκτημένοι σε πανύμνητε, δυσχερείας πάσης εκλυτρούμεθα.

Ωδή ε΄. Ο Ειρμός.

Φώτισον ημάς, τοις προστάγμασί σου Κύριε, και τω βραχίονί σου τω υψηλώ, την σην ειρήνην παράσχου ημίν φιλάνθρωπε.

Τροπάρια.

Έμπλησον Αγνή, ευφροσύνης την καρδίαν μου, την σην ακήρατον διδούσα χαράν, της ευφροσύνης η γεννήσασα τον αίτιον.

Λύτρωσαι ημάς, εκ κινδύνων Θεοτόκε αγνή, η αιωνίαν τεκούσα λύτρωσιν, και την ειρήνην την πάντα νούν υπερέχουσαν.

Λύσον την αχλύν, των πταισμάτων μου Θεόνυμφε, τω φωτισμώ της σης λαμπρότητος, η φώς τεκούσα το θείον και προαιώνιον.

Ίασαι Αγνή, των παθών μου την ασθένειαν, επισκοπής σου αξιώσασα, και την υγείαν τη πρεσβεία σου παράσχου μοι.

Ωδή στ΄. Ο Ειρμός.

Την δέησιν, εκχεώ προς κύριον, και αυτώ απαγγελώ μου τας θλίψεις, ότι κακών η ψυχή μου επλήσθη, και η ζωή μου τω άδη προσήγγισε. Και δέομαι ως Ιωνάς. Εκ φθοράς ο Θεός με ανάγαγε.

Τροπάρια.

Θανάτου και της φθοράς ως έσωσεν, εαυτόν εκδεδωκώς τω θανάτω, την τη φθορά και θανάτω μου φύσιν, κατασχεθείσαν παρθένε δυσώπησον, τον Κύριόν σου και Υιόν, της εχθρών κακουργίας με ρύσασθαι.

Προστάτην σε, της ζωής επίσταμαι, και φρουράν ασφαλεστάτην Παρθένε, των πειρασμών διαλύουσαν όχλον, και επηρείας δαιμόνων ελαύνουσα. Και δέομαι δια παντός. Εκ φθοράς των παθών μου ρυσθήναι με.

Ως τείχος, καταφυγής κεκτήμεθα, και ψυχών σε παντελή σωτηρίαν, και πλατυσμόν εν ταις θλίψεσι Κόρη, και τω φωτί σου αεί αγαλλόμεθα. ’Ω Δέσποινα και νυν ημάς, των παθών και κινδύνων διάσωσον.

Εν κλίνη νυν, ασθενών κατάκειμαι, και ουν έστιν ίασι τη σαρκί μου. Αλλ’ η θεόν και σωτήρα του κόσμου, και τον λυτήρα των νόσων κυήσασα, σου δέομαι της αγαθής. Εκ φθοράς νοσημάτων ανάστησον.

Διάσωσον από κινδύνων τους δούλους σου Θεοτόκε, ότι πάντες μετά Θεόν εις σε καταφεύγομεν, ως άρρηκτον τείχος και προστασίαν.

’Αχραντε, η διά λόγου τον λόγον ανερμηνεύτως, επ’ εσχάτων των ημερών τεκούσα δυσώπησον, ως έχουσα μητρικήν παρρησίαν.

 Ο ιερεύς μνημονεύει ως δεδήλωται. Μετά την εκφώνησιν.

Κοντάκιον. Ήχος β΄.

Προστασία των Χριστιανών ακαταίσχυντε, μεσιτεία προς τον Ποιητήν αμετάθετε, μη παρίδης αμαρτωλών δεήσεων φωνάς. Αλλά πρόφθασον ως αγαθή, εις την βοήθειαν ημών, των πιστώς κραυγαζόντων σοι. Τάχυνον εις πρεσβείαν, και σπεύσον εις ικεσίαν, η προστατεύουσα αεί, Θεοτόκε των τιμώντων σε.

Είτα το α΄ αντίφωνον των Αναβαθμών του δ΄ ήχου.

Εκ νεότητός μου, πολλά πολεμεί με πάθη. Αλλ’ αυτός αντιλαβού, και σώσον Σωτήρ μου (δις).

Οι μισούντες ιών, αισχύνθητε από του Κυρίου, ως χόρτος γαρ πυρί, έσεσθε απεξηραμμένοι (δις)

Δόξα.

Αγίω Πνεύματι, πάσα ψυχή ζωούται, και καθάρσει υψούται, λαμπρύνεται, Τη Τριαδική Μονάδι, ιεροκρυφίως.

Και νύν.

Αγίω Πνεύματι, αναβλύζει τα της χάριτος ρείθρα, αρδεύοντα, άπασαν την κτίσιν, προς ζωογονίαν.

Και ευθύς το προκείμενον.

Μνησθήσομαι του ονόματός σου εν πάση γενεά και γενεά.

Στίχ. ’Ακουσον, θύγατερ, και ίδε, και κλίνον το ούς σου, και επιλάθου του λαού σου, και του οίκου του πατρός σου, και επιθυμήσει ο βασιλεύς του κάλλους σου.

Ευαγγέλιον. Εκ του κατά Λουκάν (κεφ. α΄ 39).

Εν ταις ημέραις εκείναις, αναστάσα Μαριάμ, επορεύθη εις την ορεινήν μετά σπουδής εις πόλιν Ιούδα. Και εισήλθεν εις τον οίκον Ζαχαρίου και ησπάσατο την Ελισάβετ. Και εγένετο, ως ήκουσεν η Ελισάβετ τον ασπασμόν της Μαρίας, εσκίρτησε το βρέφος εν τη κοιλία αυτής. Και επλήσθη Πνεύματος αγίου η Ελισάβετ και ανεφώνησε φωνή μεγάλη και είπεν. Ευλογημένη συ εν γυναιξί και ευλογημένος ο καρπός της κοιλίας σου. Και πόθεν μοι τούτο, ίαν έλθη η μήτηρ του Κυρίου μου πρός με; Ιδού γάρ, ως εγένετο η φωνή του ασπασμού σου εις τα ώτα μου, εσκίρτησε το βρέφος εν αγαλλιάσει εν τη κοιλία μου. Και μακαρία η πιστεύσασα ότι έσται τελείωσις τοις λελαλημένοις αυτή παρά Κυρίου. Και είπε Μαριάμ. Μεγαλύνει η ψυχή μου τον Κύριον και ηγαλλίασε το πνεύμα μου επί τω Θεώ τω σωτήρι μου. ’Οτι επέβλεψε επί την ταπείνωσιν της δούλης αυτού. Ιδού γαρ από του νυν μακαριούσι με πάσαι αι γενεαί. ’Οτι εποίησέ μοι μεγαλεία ο Δυνατός και άγιον το όνομα αυτού. ’Εμεινε δε Μαριάμ συν αυτή ωσεί μήνας τρείς και υπέστρεψεν εις τον οίκον αυτής.

Δόξα. Ήχος β΄.

Πάτερ Λόγε Πνεύμα, Τριάς η εν Μονάδι, εξάλειψον τα πλήθη, των εμών εγκλημάτων.

Και νυν.

Ταις της Θεοτόκου, πρεσβείας ελεήμον, εξάλειψον τα πλήθη, των εμών εγκλημάτων.

Είτα. Ελέησον με ο Θεός, κατά το μέγα έλεός σου, και κατά το πλήθος των οικτιρμών σου εξάλειψον το ανόμημά μου.

Ήχος πλ. β΄. Όλην αποθέμενοι.

Μη καταπιστεύσης με, ανθρωπίνη προστασία, παναγία Δέσποινα, αλλά δέξαι δέησιν του ικέτου σου. Θλίψις γαρ έχει με, φέρειν ου δύναμαι, των δαιμόνων τα τοξεύματα. Σκέπην ου κέκτημαι, ουδέ που προσφύγω ο άθλιος, πάντοθεν πολεμούμενος, και παραμυθίαν ουκ έχω πλην σου. Δέσποινα του κόσμου, ελπίς και προστασία των πιστών, μη μου παρρίδης την δέησιν. Το συμφέρον ποίησον.

Ουδείς προστρέχων επί σοι, κατησχυμμένος από σου εκπορεύεται, αγνή Παρθένε θεοτόκε. Αλλ’ αιτείται την χάριν, και λαμβάνει το δώρημα, προς το συμφέρον της αιτήσεως.

Μεταβολή των θλιβομένων, απαλλαγή των ασθενούντων υπάρχουσα, Θεοτόκε Παρθένε, σώζε πόλιν και λαόν, των πολεμουμένων η ειρήνη, των χειμαζομένων η γαλήνη, η μόνη προστασία των πιστών.

Ο ιερεύς.

Σώσον ο Θεός τον λαόν σου και ευλόγησον την κληρονομίαν σου. Επίσκεψαι τον κόσμον σου εν ελέει και οικτιρμοίς. Υψωσον κέρας Χριστιανών ορθοδόξων και κατάπεμψον εφ’ ημάς τα ελέη σου τα πλούσια. Πρεσβείαις της παναχράντου Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας. Δυνάμει του τιμίου και ζωοποιού Σταυρού. Προστασίαις των τιμίων επουρανίων δυνάμεων ασωμάτων. Ικεσίαις του τιμίου και ενδόξου προφήτου, Προδρόμου και Βαπτιστού Ιωάννου. Των αγίων ενδόξων και πανευφήμων Αποστόλων. Των εν αγίοις πατέρων ημών, μεγάλων ιεραρχών και οικουμενικών διδασκάλων Βασιλείου του Μεγάλου, Γρηγορίου του θεολόγου και Ιωάννου του Χρυσοστόμου. Του εν αγίοις πατρός ημών Νικολάου, αρχιεπισκόπου Μύρων της Λυκίας, του θαυματουργού. Των αγίων ενδόξων και καλλινίκων Μαρτύρων. Των οσίων και θεοφόρων Πατέρων ημών. Των αγίων και δικαίων θεοπατόρων Ιωακείμ και ’Αννης. του αγίου (της ημέρας), και πάντων σου των Αγίων. Ικετεύομέν σε, μόνε πολυέλεε Κύριε. Επάκουσον ημών των αμαρτωλών δεομένων σου και ελέησον ημάς.

Κύριε ελέησον ιβ΄.

Μετά δε το Ελέει και οικτιρμοίς, αποπληρούμεν τας λοιπάς ωδάς του κανόνος.

Ωδή ζ΄. Ο Ειρμός.

Οι εκ της Ιουδαίας, καταντήσαντες Παίδες εν Βαβυλώνι ποτέ, τη πίστει τη Τριάδος, την φλόγα της καμίνου, κατεπάτησαν ψάλλοντες. Ο των πατέρων ημών, Θεός ευλογητός εί.

Τροπάρια.

Την ημών σωτηρίαν, ως ηθέλησας Σώτερ οικονομήσασθαι, εν μήτρα της Παρθένου, κατώκησας τω κόσμω, ήν προστάτιν ανέδειξας. Ο των πατέρων ημών, Θεός ευλογητός εί.

Θελητήν του ελέους, όν εγέννησας Μήτερ αγνή δυσώπησον, ρυσθήναι των πταισμάτων, ψυχής τε μολυσμάτων, τους εν πίστει κραυγάζοντας. Ο των πατέρων ημών, θεός ευλογητός εί.

Θησαυρόν σωτηρίας, και πηγήν αφθαρσίας, την σε κυήσασαν, τοις κραυγάζουσιν έδειξας. Ο των πατέρων ημών, Θεός ευλογητός εί.

Σωμάτων μαλακίας, και ψυχών αρρωστίας. Θεογεννήτρια, των πόθω προσιόντων, τη σκέπη σου τη θεία, θεραπεύειν αξίωσον, η τον Σωτήρα Χριστόν, ημίν αποτεκούσα.

Ωδή η΄. Ο Ειρμός.

Τον Βασιλέα, των ουρανών όν υμνούσι, στρατιαί των Αγγέλων υμνείτε, και υπερυψούτε, εις πάντας τους αιώνας.

Τροπάρια.

Τους βοηθείας, της παρά σου δεομένους, μη παρίδης Παρθένε υμνούντας, και υπερυψούντας, σε Κόρη εις αιώνας.

Των ιαμάτων, το δαψιλές επιχέεις, τοις πιστώς υμνούσι σε Παρθένε, και υπερυψούσι, τον άφραστόν σου τόκον.

Τας ασθενείας μου, της ψυχής ιατρεύεις, και σαρκός τας οδύνας Παρθένε. ’Οθεν σε υμνούμεν, εις πάντας τους αιώνας.

Ωδή θ΄. Ο Ειρμός.

Κυρίως Θεοτόκον, σε ομολογούμεν, οι διά σου σεσωσμένοι Παρθένε Αγνή, σύν ασωμάτοις χορείαις σε μεγαλύνοντες.

Τροπάρια

Ροήν μου των δακρύων, μη αποποιήσης, η τον παντός εκ προσώπου παν δάκρυον, αφηρηκότα Παρθένε, Χριστόν κυήσασα.

Χαράς μου την καρδίαν, πλήρωσον Παρθένε, η της χαράς δεξαμένη το πλήρωμα, της αμαρτίας την λύπην εξαφανίσασα.

Λιμήν και προστασία, των σοί προσφευγόντων, γενού Παρθένε και τείχος ακράδαντον, καταφυγή τε και σκέπη και αγαλλίαμα.

Φωτός σου ταίς ακτίσι, λάμπρυνον παρθένε, το ζοφερόν της αγνοίας διώκουσα, τους ευσεβώς Θεοτόκον σε καταγγέλλοντας.

Κακώσεως εν τόπω, τω της ασθενείας, ταπεινωθέντα Παρθένε θεράπευσον, εξ αρρωστίας εις ρώσιν μετασκευάζουσα.

Και ευθύς το Άξιον εστιν ως αληθώς.

Και θυμιά ο ιερεύς το θυσιαστήριον και τον ναόν, ή τον οίκον, όπου ψάλλεται η Παράκλησις, και ημείς ψάλλομεν τα παρόντα Μεγαλυνάρια.

Την υψηλοτέραν των ουρανών, και καθαρωτέραν, λαμπηδόνων ηλιακών, την λυτρωσαμένην, ημάς εκ της κατάρας, την Δέσποιναν του κόσμου, ύμνοις τιμήσωμεν.

Από των πολλών μου αμαρτιών, ασθενεί το σώμα, ασθενεί μου και η ψυχή. Προς σε καταφεύγω την Κεχαριτωμένην. Ελπίς απηλπισμένων, συ μοι βοήθησον.

Δέσποινα και Μήτηρ του Λυτρωτού, δέξαι παρακλήσεις, αναξίων σων ικετών, ίνα μεσιτεύσης, προς τον εκ σού τεχθέντα. Ω Δέσποινα του κόσμου, γενού μεσίτρια.

Ψάλλομεν προθύμως σοι την ωδήν, νύν τη πανυμνήτω, Θεοτόκω χαρμονικώς. Μετά του Προδρόμου και πάντων των Αγίων, δυσώπει Θεοτόκε, του οικτειρήσαι ημάς.

’Αλαλα τα χείλη των ασεβών, των μη προσκυνούντων, την Εικόνα σου την σεπτήν, την ιστορηθείσαν, υπό του Αποστόλου, Λουκά ιερωτάτου, την Οδηγήτριαν.

Πάσαι των Αγγέλων αι στρατιαί, Πρόδρομε Κυρίου, Αποστόλων η δωδεκάς, οι Αγίοι πάντες, μετά της Θεοτόκου, ποιήσατε πρεσβείαν, εις το σωθήναι ημάς.

Είτα. Τρισάγιον, Παναγία Τριάς, Πάτερ ημών, και τα τροπάρια ταύτα.

Ήχος πλ. β΄.

Ελέησον ημάς Κύριε, ελέησον ημάς. Πάσης γάρ απολογίας απορούντες, ταύτην σοι την ικεσίαν, ως Δεσπότη οι αμαρτωλοί προσφέρομεν. Ελέησον ημάς.

Δόξα.

Κύριε ελέησον ημάς. Επί σοί γάρ πεποίθαμεν. Μη οργισθής ημίν σφόδρα, μηδέ μνησθής των ανομιών ημών. Αλλ’ επίβλεψον και νυν ως εύσπλαχνος, και λύτρωσαι ημάς εκ των εχθρών ημών. Σύ γάρ ει Θεός ημών, και ημείς λαός σου. Πάντες έργα χειρών σου και το όνομά σου επικεκλήμεθα.

Και νύν. Θεοτόκιον.

Της ευσπλαχνίας την πύλης, άνοιξον ημίν, ευλογημένη Θεοτόκε. Ελπίζοντες εις σε μή αστοχήσωμεν. Ρυσθείημεν διά σού των περιστάσεων. Σύ γάρ εί η σωτηρία του γένους των χριστιανών.

Ο ιερεύς: Ελέησον ημάς ο Θεός…

Και μνημονεύσας πάλιν περί ών η Παράκλησις γίνεται, ποιεί την απόλυσιν. Μετ’ αυτήν δέ, ενόσω οι αδελφοί ασπάζονται την εικόνα της Θεοτόκου, ψάλλονται τα παρόντα τροπάρια.

’Ηχος β΄. Ότε εκ του ξύλου.

Πάντων προστατεύεις αγαθή, των καταφευγόντων εν πίστει, τη κραταιά σου χειρί. Αλλην γάρ ουκ έχουμεν, αμαρτωλοί προς Θεόν, εν κινδύνοις και θλίψεσιν, αεί μεσιτείαν, οι κατακαμπτόμενοι, υπό πταισμάτων πολλών, Μήτερ του Θεού του Υψίστου, όθεν σοι προσπίπτομεν. Ρύσαι, πάσης περιστάσεως τους δούλους σου.

Όμοιον

Πάντων θλιβομένων η χαρά, και αδικουμένων προστάτις, και πενομένων τροφή, ξένων τε παράκλησις, και βακτηρία τυφλών, ασθενούντων επίσκεψις, καταπονουμένων, σκέπη και αντίληψις, και ορφανών βοηθός, Μήτερ του Θεού του Υψίστου, συ υπάρχεις ’Αχραντε σπεύσον, δυσωπούμε ρύσασθαι τους δούλους σου.

Ήχος πλ. δ΄.

Δέσποινα πρόσδεξαι, τας δεήσεις των δούλων σου, και λύτρωσαι ημάς, από πάσης ανάγκης και θλίψεως.

Ήχος β΄.

Την πάσαν ελπίδα μου, εις σε ανατίθημι, Μήτερ του Θεού, φύλαξόν με υπό την σκέπην σου.

Στίς παρακλήσεις του δεκαπενταύγουστου, αντί των ανωτέρω τροπαρίων ψάλλονται τα εξής:

Ήχος γ'.

Απόστολοι εκ περάτων συναθροισθέντες ένθάδε, Γεθσημανή τω χωρίω, κηδεύσατέ μου το σώμα καί συ Υιε και Θεέ μου, παράλαβε μου το πνεύμα.

Ο γλυκασμός των αγγέλων, των θλιβοαένων η χαρά, χριστιανών η προστάτις, Παρθένε Μήτηρ Κυρίου, αντιλαβου μου καί ρύσαι, των αιωνίων βασάνων.

Καί σε μεσίτριαν έχω, προς τον φιλάνθρωπον Θεόν, μη μου έλέγξη τάς πράξεις, ενώπιον των Αγγέλων παρακαλώ σε, Παρθένε, βοήθησον μοι εν τάχει.

Χρυσοπλοκώτατε πύργε, και δωδεκάτειχε πόλις, ηλιοστάλακτε θρόνε, καθέδρα του Βασιλέως, ακατανόητον θαύμα, πως γαλουχείς τον Δεσπότην;

Δι΄ ευχών των αγίων Πατέρων ημών, Κύριε Ίησού Χριστέ ο Θεός ημών, ελέησον καί σώσον ημάς.

 Αμήν.

 

Ἡ θεία δόξα της Παναγίας


   Ἂν ἦταν ἡ μητέρα κάποιου σοφοῦ ἐπιστήμονα, θὰ ἔπρεπε νὰ τὴ συγχαροῦμε γιὰ τὶς ζηλευτὲς γνώσεις τοῦ παιδιοῦ της.
   Ἂν ἦταν ἡ μητέρα ἑνὸς μεγάλου γιατροῦ, ποὺ ἀνακούφισε μὲ τὸ ἔργο του τὸν πόνο πολλῶν ἀνθρώπων, θὰ τὴ μακαρίζαμε ποὺ πολλοὶ τὴν εὐγνωμονοῦν γιὰ τὸν υἱό - εὐεργέτη τους.
   Ἂν ἦταν ἡ μητέρα κάποιου μεγάλου πολιτικοῦ, κυβερνήτη ἑνὸς λαοῦ, ποὺ τὸν ὁδήγησε στὴν εὐημερία καὶ στὴν προκοπή, θὰ τὴ ζηλεύαμε γιὰ τὴν προσφορά της στὸ κοινὸ καλό.
   Ἂν ἦταν ἡ μητέρα ἑνὸς Ἁγίου, θὰ τὴν τιμούσαμε ὅπως τιμοῦμε τὶς μητέρες τῶν Ἁγίων, ποὺ ἔλαμψαν σὰν ἄστρα φωτεινὰ στὴ σκοτεινὴ νύκτα τοῦ ­κόσμου.
   Ὄχι. Δὲν ἦταν ἡ μητέρα ἑνὸς σοφοῦ ἐπιστήμονα, ἑνὸς μεγάλου εὐεργέτη, ἑνὸς σπουδαίου πολιτικοῦ ἢ ἑνὸς Ἁγίου τῆς Ἐκκλησίας μας.
   Ἡ ταπεινὴ κόρη τῆς Ναζαρὲτ εἶναι ἡ Μητέρα τοῦ Θεοῦ! Καὶ ὅσο διαφέρει ὁ Θεὸς ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο, τόσο διαφέρει ἡ Μητέρα τοῦ Θεοῦ ἀπὸ κάθε ἄλλη μητέρα. Ἀσύγκριτη, ἀξεπέραστη, μοναδική. Πιὸ καθαρὴ ἀπὸ τὶς ἀκτίνες τοῦ ἥ­­λιου, ἀνώτερη ἀπὸ τὶς ἄυλες καὶ πνευματικὲς ὑπάρξεις τῶν ἀγγέλων, πιὸ τιμημένη ἀπὸ τὰ Χερουβίμ, πιὸ ἔνδοξη ἀπὸ τὰ Σεραφίμ. Ἡ «εὐλογημένη ἐν γυναιξί», αὐτὴ ποὺ εὐλογήθηκε ὅσο καμιὰ ἄλλη γυναίκα τοῦ κόσμου, ἡ «κεχα­ριτωμένη», ποὺ ἔλαβε ἐξαιρετικὴ χά­ρη, ὥστε χαριτώθηκε ἡ ὕπαρξή της καὶ ἔκλεισε στὰ πανάχραντα σπλάχνα της τὸν χαριτοδότη Κύριο. Γέννησε στὸν κό­­­σμο ὄχι κάποιον μεγάλο σοφό, ἀλλὰ Αὐτὸν ποὺ κατέχει τοὺς θησαυροὺς τῆς σοφίας καὶ τῆς γνώσεως· ὄχι κάποιον μεγάλο εὐεργέτη τῶν ἀνθρώπων, ἀλλὰ Αὐτὸν ποὺ «ἰᾶται πάσας τὰς νόσους»· ὄχι κάποιον μεγάλο ἄρχοντα ἑνὸς λαοῦ, ἀλλὰ τὸν αἰώνιο κυβερνήτη τοῦ σύμπαν­τος κόσμου· ὄχι ἕναν Ἅγιο, ἀλλὰ τὸν Ἅγιο τῶν ἁγίων, τὸν μόνο ἀναμάρτητο, τὸν παντέλειο Θεό!
   Ὑπῆρξε στὴ μακρὰ ἱστορία τοῦ κόσμου ἕνας ἄνθρωπος μοναδικός, μιὰ γυναίκα ἄξια νὰ γεννήσει στὸν κόσμο ὄχι ἄνθρωπο, ἀλλὰ τὸν Θεὸ ὡς ­ἄνθρωπο!
   Ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος! Ἔφερε στὴ γῆ τὸν Θεὸ τοῦ οὐρανοῦ. Ἔφερε ἀνάμεσά μας τὸν παντοκράτορα Κύριο. Μᾶς ἔδωσε τὴ δυνατότητα νὰ δοῦμε μὲ τὰ μάτια μας καὶ νὰ ἀκούσουμε μὲ τὰ αὐτιά μας Αὐτὸν ποὺ δὲν τολμοῦν νὰ ἀτενίσουν οἱ ἄγγελοι. Γέννησε στὸν κόσμο τὸν Λυτρωτὴ τοῦ κόσμου, Αὐ­τὸν ποὺ ἔλυσε τὰ ἔρ­γα τοῦ ­διαβόλου καὶ μᾶς λύτρωσε ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ τὸν χειρότερο ἐχθρό μας, τὸν θάνατο.
   Γι’ αὐτὸ ὁ θάνατός της εἶναι θρίαμβος, ἡ κοί­μησή της εἶναι ἡ μεγαλύτερη ­γιορτή της, χαρὰ καὶ πανηγύρι τῶν πιστῶν. Γι’ αὐτὴν ποὺ εἶναι ἡ ­Μητέρα τῆς Ζωῆς, θάνατος δὲν ὑ­­­πάρχει. Ὑπάρχει ἔν­δο­ξος κοίμησις, θριαμ­βευ­­τικὴ εἴσοδος στὰ πα­λάτια τοῦ οὐρανοῦ, ὑπάρχει ἡ ἀγαλ­λίαση τοῦ οὐρανίου κόσμου καὶ οἱ ὑπερκόσμιες ­δοξολογίες του, καθὼς ὑποδέ­χεται μὲ δέος καὶ θαυμασμὸ τὴ Μητέρα τοῦ Κυρίου του. «Τὴν σὴν δοξάζουσι Κοίμησιν Ἐξουσίαι, Θρόνοι, Ἀρχαί, Κυριότητες, Δυνάμεις καὶ Χερουβίμ, καὶ τὰ φρικτὰ Σεραφίμ», ψάλλει μὲ ἱερὴ ἔξαρση ὁ ἱερὸς ὑμνογράφος.
Μαζὶ μὲ τοὺς ἀγγέλους χαιρόμαστε καὶ δοξολογοῦμε καὶ οἱ ἄνθρωποι. «Ἀγάλ­λονται γηγενεῖς, ἐπὶ τῇ θείᾳ σου δόξῃ κοσμούμενοι», συνεχίζει ὁ ὕμνος.
   Ἡ θεία δόξα της κοσμεῖ καὶ ἐμᾶς. Διότι ἄνθρωπος εἶναι, ἑπομένως ἡ ἀπαράμιλλη ἀρετὴ καὶ ἡ μοναδικὴ προσφορά της στὸ ἔργο τῆς σωτηρίας τοῦ κόσμου τιμᾶ τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων.
   Μᾶς κοσμεῖ ἡ θεία δόξα της, διότι ἡ εἴσοδός της στοὺς οὐρανοὺς προμηνύει καὶ τὴ δική μας εἴσοδο, γιὰ νὰ θεωροῦμε ἐκεῖ τὴ δόξα της καὶ τὴ δόξα τοῦ Υἱοῦ της καὶ νὰ τὴν ἀντανακλοῦμε στὰ πρόσωπά μας, αἰνοῦντες καὶ ὑμνοῦντες αὐτὴν καὶ τὸν Σωτήρα Κύριο καὶ Θεό μας στοὺς αἰῶνες.
   Μᾶς κοσμεῖ ἡ θεία δόξα της, διότι καὶ τώρα ποὺ βρίσκεται στοὺς οὐρανούς, «τὸν κόσμον οὐ κατέλιπε», δὲν ­ἄφησε τὸν κόσμο. Ἡ Μητέρα ὅλου τοῦ κόσμου, ἡ Μητέρα τῶν Χριστιανῶν ἔρχεται ἀνάμεσά μας, ἀκούει τοὺς στεναγμούς μας, μᾶς στηρίζει στοὺς ἀγῶνες μας, μᾶς ἀ­­νακουφίζει στοὺς πόνους μας, μᾶς προστατεύει στοὺς κινδύνους, ἡ «φοβερὰ Προστασία», πρεσβεύουσα, μεσιτεύουσα, θαυματουργοῦσα, διασώζουσα.
   Ποιὸν μεγάλο ἄνθρωπο τῆς γῆς, ποιὸν σοφὸ ἢ εὐεργέτη τῆς ἀνθρωπότητος ἢ ἀρχηγὸ κράτους τιμᾶ ὁ κόσμος ὅσο αὐ­τήν; Ὅλοι περνοῦν, σβήνουν καὶ χάνονται. Ὅλους ὁ χρόνος τοὺς φθείρει. Μόνο αὐτὴν ὁ χρόνος, ὅσο περνᾶ, τὴν ἀναδεικνύει. Ἡ μορφή της λάμπει περισ­σότερο, τὸ ἔργο της ἐπεκτείνεται, τὰ παιδιά της αὐξάνονται, ­ἀναρίθμητοι ἄνθρωποι τὴν τιμοῦν, τὴν ­δοξάζουν καὶ προσκυνοῦν. Ἡ θεία της δόξα ­αὐξάνεται περισσότερο καὶ καλύπτει γῆ καὶ ­οὐ­ρα­νό.
   Γι’ αὐτὸ καὶ ψάλλουμε στὸν Ὄρθρο τῆς ἑορτῆς: «Ἐξέστη τὰ σύμπαντα, ἐπὶ τῇ θείᾳ δόξῃ σου· σὺ γὰρ ἀπειρόγαμε Παρθένε, γῆθεν (ἀπὸ τὴ γῆ) μετέστης πρὸς αἰωνίους μονάς, καὶ πρὸς ἀτελεύτητον ζωήν, πᾶσι τοῖς ὑμνοῦσί σε, σωτηρίαν βραβεύουσα».

http://www.osotir.org

Υποκατηγορίες

Σελίδα 3 από 5