HeadShort.png

21/1 Κυριακή ΙΒ΄Λουκά : Λουκ. ιζʹ 12 ‐ 19

ΚΥΡΙΑΚΗ IB΄ ΛΟΥΚΑ (Λουκ. ιζʹ 12 ‐ 19)
21 Ἰ­α­νου­α­ρίου 2018

Ὁ πλού­σιος ἀρ­χι­τε­λώ­νης Ζακ­χαῖος, τῆς ση­με­ρι­νῆς Εὐ­αγ­γε­λι­κῆς πε­ρι­κο­πῆς δὲν ἦ­ταν εὐ­τυ­χι­σμέ­νος. Τὰ πλούτη καὶ τὰ ἀ­ξι­ώ­ματα, ποὺ δι­έ­θετε, ναὶ μὲν τοῦ ἔ­δι­δαν κοι­νω­νικὴ ἐ­πι­φά­νεια, ὅ­μως τὸν ἄ­φη­ναν ἐ­σω­τε­ρικὰ ἄ­δειο, δὲν τὸν γέ­μι­ζαν καὶ δὲν τοῦ ἔ­δι­ναν τὴν πρα­γμα­τικὴ χαρά. Κάτι βα­θύ­τερο τοῦ ἔ­λειπε, κάτι ποὺ θὰ τοῦ ἐ­πέ­τρεπε νὰ ἀ­πο­δι­ώ­ξει τὸ βά­ρος ἀπὸ τὴ συ­νεί­δησή του. Βά­ρος, τὸ ὁ­ποῖο προ­ερ­χό­ταν ἀπὸ τὶς ἀ­δι­κίες ποὺ ἐκ τῶν πρα­γμά­των δι­έ­πραττε ἀπὸ τὴ θέση τοῦ ἀρ­χι­τε­λώνη.

Αὐτὸ δὲ ποὺ ἔ­λειπε ἀπὸ τὸν ἀρ­χι­τε­λώνη Ζακ­χαῖο ἦ­ταν ὁ Θεός, γι᾽ αὐτὸ καὶ ἡ ζωή του, ἡ ἐ­πι­φα­νει­ακὰ πλή­ρης καὶ εὐ­τυ­χι­σμένη, ἦ­ταν ἄ­νευ νο­ή­μα­τος. Ἡ δι­έ­λευση ὅ­μως τοῦ Κυ­ρίου ἀπὸ τὴν Ἱ­ε­ριχὼ θὰ ἀ­πο­τε­λέ­σει εὐ­και­ρία ἐ­πα­νόρ­θω­σης τῶν ἀ­δι­κιῶν του καὶ ἄρα προ­ο­πτικὴ λύ­τρω­σης καὶ δυ­να­τό­τητα σω­τη­ρίας. Τοῦτο τὸ γνω­ρί­ζει ὁ Ζακ­χαῖος, ὁ ὁ­ποῖος ἂν καὶ ἀ­δι­κῶν καὶ ἁ­μαρ­τά­νων, εἶχε κατὰ βά­θος ἀ­γαθὴ δι­ά­θεση ἀλλὰ καὶ πόθο ἐ­ξό­δου ἀπὸ τὴν κα­τά­σταση στὴν ὁ­ποία βρι­σκό­ταν. Διὰ τοῦτο σπεύ­δει μπρο­στὰ καὶ σκαρ­φα­λώ­νει σὲ μία συ­κο­μο­ρέα, ὥ­στε νὰ πε­τύ­χει τὸ πο­θού­μενο.

Ἡ αὐ­θόρ­μητη πράξη τοῦ ἀρ­χι­τε­λώνη Ζακ­χαίου, πράξη, ἡ ὁ­ποία οὐ­σι­α­στικὰ κα­τα­δει­κνύει τὴν ἀ­γαθή του δι­ά­θεση, δὲν δι­α­φεύ­γει τῆς προ­σο­χῆς τοῦ Κυ­ρίου. Τὸν εἶδε ὁ Κύ­ριος καὶ τοῦ ζή­τησε νά μεί­νει καὶ νὰ φι­λο­ξε­νη­θεῖ στὴν οἰ­κία του. Ἡ τιμὴ ποὺ τοῦ κά­νει ὁ Κύ­ριος πυ­ρο­δο­τεῖ τὸ φι­λό­τιμό του Ζακ­χαίου. Ὄχι μόνο τὸν ὑ­πο­δέ­χθηκε «χαί­ρων», ἀλλὰ καὶ τὸ ση­μαν­τι­κό­τερο˙ ἔμ­προ­σθεν πάν­των καὶ παρὰ τὴν κοι­νω­νική του θέση, μὲ συν­τριβὴ καρ­δίας ἐ­ξο­μο­λο­γεῖ­ται καὶ ἐ­πι­ζη­τεῖ τὴν ἐ­πα­νόρ­θωση τῶν ἀ­δι­κιῶν ποὺ δι­έ­πραξε: «ἰ­δοὺ τὰ ἡ­μίση τῶν ὑ­παρ­χόν­των μου, Κύ­ριε, δί­δωμι τοῖς πτω­χοῖς, καὶ εἰ τι­νός τι ἐ­συ­κο­φάν­τησα, ἀ­πο­δί­δωμι τε­τρα­πλοῦν». Ἔτσι, τα­πει­νού­με­νος ὁ Ζακ­χαῖος καὶ ἐ­πα­νορ­θώ­νον­τας τὶς ἀ­δι­κίες ποὺ ἐ­πε­τέ­λεσε, λαμ­βά­νει τὴ λύ­τρωση τῆς ψυ­χῆς του.

www.imml.gr

Ἡ πε­ρί­πτωση τοῦ ἀρ­χι­τε­λώνη Ζακ­χαίου συ­νι­στᾶ ἕνα ἰ­δι­αί­τερα δι­δα­κτικὸ πα­ρά­δει­γμα καὶ προ­σφέ­ρε­ται ὡς ἠ­χηρὴ ὑ­πεν­θύ­μιση στὸν κάθε ἕνα ἀπὸ ἐ­μᾶς. Τάχα ἐ­μεῖς δὲν ἀ­δι­κοῦμε τοὺς ἄλ­λους; Δὲν σφάλ­λουμε λίγο ἢ πολύ; Εἴ­μα­στε μή­πως ἄ­μεμ­πτοι στὶς δι­ά­φο­ρες συ­να­να­στρο­φές μας; Ἂς θε­λή­σουμε νὰ ψά­ξουμε βα­θειὰ μέσα μας καὶ θὰ ἀ­να­κα­λύ­ψουμε ὅτι καὶ ἐ­μεῖς ἀ­δι­κοῦμε, τόσο τοὺς ἀν­θρώ­πους τῆς οἰ­κο­γέ­νειάς μας ὅσο καὶ τοῦ ἐ­παγ­γελ­μα­τι­κοῦ καὶ τοῦ κοι­νω­νι­κοῦ μας χώ­ρου. Ἡ δὲ ἀ­δι­κία ποὺ κά­νουμε στοὺς ἄλ­λους εἶ­ναι ποι­κίλη. Πι­κραί­νουμε, κα­τα­κρί­νουμε, συ­κο­φαν­τοῦμε μὲ τὴν ἄ­κριτη καὶ ἀ­πρό­σε­κτη συμ­πε­ρι­φορά μας. Κυ­ρι­αρ­χού­με­νοι ἀπὸ τὸν φθόνο προ­σβά­λουμε καὶ κα­τη­γο­ροῦμε τοὺς ἄλ­λους. Ἡ ἀ­πλη­στία μᾶς κα­τα­κυ­ρι­εύει καὶ κλέ­βουμε εἴτε νο­μί­μως εἴτε ἀ­νό­μως. Πάν­τως κλέ­βουμε, τὴ στι­γμὴ μά­λι­στα ποὺ μέ­νουμε ἀ­συγ­κί­νη­τοι ἀπὸ τὶς πολ­λὲς ἀ­νάγ­κες τῶν φτω­χῶν. Ἀ­δι­κοῦμε βέ­βαια καὶ ὅ­ταν δὲν κα­τα­δε­χό­μα­στε νὰ συ­να­να­στρα­φοῦμε μὲ ὅ­σους εἶ­ναι κοι­νω­νικὰ κα­τώ­τε­ροί μας.

Ἄρα, ἀ­φοῦ λίγο ἢ πολύ, κατὰ τὸν ἕνα ἢ τὸν ἄλλο τρόπο ἀ­δι­κοῦμε, πρέ­πει νὰ ἐ­νερ­γή­σουμε κατὰ τὸν τρόπο τοῦ Ζακ­χαίου. Νά με­τα­νο­ή­σουμε δη­λαδὴ εἰ­λι­κρινὰ καὶ νὰ δι­ορ­θώ­σουμε θαρ­ρα­λέα τὶς ὅ­ποιες ἀ­δι­κίες κά­ναμε, ὥ­στε νὰ ἀ­κού­σουμε καὶ ἐ­μεῖς τὸ «σή­με­ρον σω­τη­ρία τῷ οἴκῳ τούτῳ ἐ­γέ­νετο». Καμμία ἁ­μαρ­τία καὶ κα­νέ­νας ἁ­μαρ­τω­λὸς ἄν­θρω­πος δὲν εἶ­ναι δυ­να­τὸν νὰ ἐμ­πο­δί­σει τὴ φι­λαν­θρω­πία τοῦ Χρι­στοῦ, ὁ ὁ­ποῖος «ἦλθε ζη­τῆ­σαι καὶ σῶ­σαι τὸ ἀ­πο­λω­λός». Ὁ Χρι­στὸς δὲν θὰ μᾶς ἀ­πο­δι­ώ­ξει οὔτε θὰ μᾶς ἀ­πο­στρα­φεῖ. Ἡ ἀ­γάπη του ἀ­να­μέ­νει τὴ με­τά­νοια τοῦ ἀ­πω­λο­λό­τος. Πρῶ­τος αὐ­τὸς μᾶς προ­σκα­λεῖ νὰ τὸν προ­σεγ­γί­σουμε, ὥ­στε νὰ μᾶς ἀ­παλ­λά­ξει ἀπὸ τὸ φορ­τίο τῶν ἁ­μαρ­τιῶν μας·˙«Δεῦτε πρός με πάν­τες οἱ κο­πι­ῶν­τες καὶ πε­φορ­τι­σμέ­νοι καγὼ ἀ­να­παύσω ὑ­μᾶς», μᾶς λέει. Μᾶς πε­ρι­μέ­νει νὰ μᾶς ἀ­να­κου­φί­σει ἀπὸ τὸν καύ­σωνα τῆς ἀ­δι­κίας καὶ ἐν τέ­λει νὰ θε­ρα­πεύ­σει τὸ κενὸ τῆς ψυ­χῆς μας.

Ἀπὸ ἐ­μᾶς ἀ­παι­τεῖ­ται μόνο ἡ φι­λό­τιμη καὶ ἔμ­πρα­κτη ἐ­πί­δειξη τῆς με­τά­νοιάς μας, ὥ­στε νὰ ἀ­να­κου­φί­σουμε τὸ βά­ρος τῆς ψυ­χῆς μας καὶ ἡ ζωή μας νὰ χρι­στο­ποι­η­θεῖ.

Ἀ­μήν.

 

14/1 Κυριακή μετά τα Φώτα: «... Ἀπὸ τότε ἤρ­ξατο ὁ Ἰ­η­σοῦς κη­ρύσ­σειν καὶ λέ­γειν· Με­τα­νο­εῖτε ἤγ­γικε γάρ ἡ Βα­σι­λεία τῶν Οὐ­ρα­νῶν...»

ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΕΤΑ ΤΑ ΦΩΤΑ (Μτθ. δ΄12-17)
14 Ἰ­α­νου­α­ρίου 2018

«... Ἀπὸ τότε ἤρ­ξατο ὁ Ἰ­η­σοῦς κη­ρύσ­σειν καὶ λέ­γειν· Με­τα­νο­εῖτε ἤγ­γικε γάρ ἡ Βα­σι­λεία τῶν Οὐ­ρα­νῶν...».

Mὲ αὐτὴ τὴ φράση ἀπὸ τὸ σύν­τομο ση­με­ρινὸ Εὐ­αγ­γε­λικὸ κεί­μενο τῆς πρώ­της Κυ­ρι­α­κῆς μετὰ τὰ ἅ­για Θε­ο­φά­νεια τοῦ Κυ­ρίου, ἡ Ἐκ­κλη­σία μᾶς εἰ­σά­γει στὴ πρα­γμα­τι­κό­τητα τῆς Βα­σι­λείας τοῦ Θεοῦ.

Ἡ Βα­σι­λεία τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁ­ποία δὲν ἔ­χει τέ­λος, δὲν εἶ­ναι ξένη καὶ μα­κρυνὴ πρα­γμα­τι­κό­τητα γιὰ τοὺς πι­στούς, ἀλλὰ ἐ­σω­τε­ρικὴ κα­τά­σταση ποὺ ἐκ­φρά­ζε­ται μὲ τὸν ἱ­ερὸ πόθο καὶ τὴν ἀ­νάγκη τῆς πα­ρου­σίας Του στὴ ζωή τους, καλ­λι­ερ­γεῖ­ται στὰ βάθη τῆς καρ­διᾶς τους καὶ δι­α­πο­τί­ζει τὸν πυ­ρήνα τοῦ εἶ­ναι τους.

Τὶ εἶ­ναι ἆ­ραγε ἡ Βα­σι­λεία τοῦ Θεοῦ; Εἶ­ναι φαι­νο­με­νι­κό­τητα ἢ πρα­γμα­τι­κό­τητα; Εἶ­ναι ἰ­δε­ο­λο­γικὴ στάση τοῦ ἀν­θρώ­που ἢ οὐ­σι­α­στικὴ κα­τά­σταση τῆς ψυ­χῆς του; Εἶ­ναι τό­πος ἢ τρό­πος γιὰ ὅ­σους τὴν ἀ­να­ζη­τοῦν;

Σί­γουρα ὅ­σοι ἐ­πι­φα­νει­ακὰ ψά­χνουν μέσα ἀπὸ τὸν πε­ρι­ο­ρι­σμὸ τῆς λο­γι­κῆς, ἀν­τι­με­τω­πί­ζουν τὴν Βα­σι­λεία τοῦ Θεοῦ ὡς ἀ­φη­ρη­μένη καὶ εὐ­ρύ­τερη χρι­στι­α­νικὴ ἔν­νοια. Ὅ­σοι ὅ­μως τὴν ἀν­τι­κρύ­ζουν μὲ τὰ μά­τια τῆς πί­στεως, δι­α­πι­στώ­νουν πὼς αὐτὴ ἀ­πει­κο­νί­ζε­ται στὸν τρόπο τῆς δι­κῆς τους ζωῆς. Στὸ ὕ­φος καὶ στὸ ἦ­θος τους, στὴ ποι­ό­τητα δη­λαδὴ τῆς ζωῆς τους. Ἡ Βα­σι­λεία τοῦ Θεοῦ δι­α­φαί­νε­ται τότε ὡς ἐ­ξω­τε­ρικὴ ἔκ­φραση τῆς ἐ­σω­τε­ρι­κό­τη­τας τῆς ψυ­χῆς τους. Γι­’αυτὸ οἱ συ­νει­δη­τοὶ πι­στοὶ εἶ­ναι ἐ­πί­γειοι ἄν­θρω­ποι ἀλλὰ οὐ­ρά­νιοι πο­λῖ­τες. Ζοῦν καὶ κι­νοῦν­ται στὴ γῆ, ἀλλὰ φρο­νοῦν καὶ συμ­μορ­φώ­νουν τὴν βι­οτή τους μὲ τὸ πο­λί­τευμα τοῦ οὐ­ρα­νοῦ. Ἔ­χουν τὰ μά­τια τους στὴ γῆ, μὰ κρα­τοῦν πάνω ἀπὸ αὐ­τὴν τὸ νοῦ καὶ τὴν καρ­διά. Ζοῦν τὰ πρό­σκαιρα καὶ τὰ πα­ρο­δικά, ἀλλὰ μα­γνη­τί­ζον­ται καὶ κι­νοῦν­ται πρὸς τὰ αἰ­ώ­νια καὶ ἀ­λη­θινά. Μοι­ρά­ζον­ται τὴν κοι­νω­νία τῶν ἀν­θρώ­πων, ἀλλά με­τέ­χουν στὴ ζωὴ τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι βι­ώ­νουν τὴ Βα­σι­λεία Του «ἐ­ξα­γο­ρα­ζό­με­νοι τὸν και­ρόν» τοῦ με­τρη­τοῦ τους χρό­νου μὲ τὴν προσ­δο­κία τῆς α­ἰω­νι­ο­ποί­η­σής τους.

Πι­στοί, ἔτσι, γί­νον­ται «οἱ ἀ­τε­νί­ζον­τες δι­α­παν­τὸς ἐν τῷ οὐ­ρανῷ».

Κάθε ἄν­θρω­πος μέσα ἀπὸ τὴν ἀ­δυ­να­μία τῆς φθαρ­τῆς φύ­σης του καὶ τῆς κα­θη­με­ρι­νῆς πτώ­σης του ἔ­χει μό­νον ἕ­ναν τρόπο νὰ ἀ­τε­νί­ζει τὸν οὐ­ρανό. Τὸν ὑ­πέ­δειξε μὲ σα­φή­νεια στὴν ση­με­ρινὴ Εὐ­αγ­γε­λικὴ πε­ρι­κοπὴ ὁ ἴ­διος ὁ Κύ­ριος μὲ τὴν προ­τροπὴ «Με­τα­νο­εῖτε».

Προ­τροπὴ γιὰ ἐ­πι­στρά­τευση τῶν ψυ­χι­κῶν δυ­νά­μεων μὲ προ­θυ­μία γιὰ συμ­μόρ­φωση στὸ θέ­λημα τοῦ Θεοῦ ἔ­ναντι τῆς ἐ­λεύ­θε­ρης ἐ­πι­λο­γῆς τῶν πι­ε­στι­κῶν ἀ­ναγ­κῶν τῆς φθαρ­τῆς φύ­σεως. Προ­τροπὴ γιὰ ἀ­δι­ά­κοπη ἀ­να­γνώ­ριση τῶν σφαλ­μά­των μας καὶ ἀλ­λαγὴ τῆς νο­ο­τρο­πίας μας. Προ­τροπὴ γιὰ ἀν­τί­σταση στὴν πτω­τικὴ πο­ρεία καὶ καλ­λι­έρ­γεια τῆς δι­α­θέ­σεως με­τα­νοίας.

«Τὸ πί­πτειν ἀν­θρώ­πι­νον, τὸ ἐμ­μέ­νειν σα­τα­νι­κὸν» μᾶς δι­ευ­κρι­νί­ζουν οἱ Πα­τέ­ρες τῆς Ἐκ­κλη­σίας μας. Δη­λαδή, τὸ νὰ πέ­φτει κα­νεὶς στὴν ἁ­μαρ­τία εἶ­ναι γνώ­ρι­σμα τῆς κοι­νῆς μας φύ­σεως, τὸ νὰ στέ­κε­ται ὅ­μως ἀ­με­τα­νό­ητα ἀπὸ προ­τί­μηση στὴν ἁ­μαρ­τία, εἶ­ναι πιὰ γνώ­ρι­σμα τῆς προ­σω­πι­κῆς δι­α­θέ­σεως.

Ἔρ­χε­ται σή­μερα ὁ Χρι­στὸς καὶ μᾶς ὑ­πο­δει­κνύει «ξέ­νης βι­ο­τῆς τὴν ἀ­παρ­χὴν» πρὸς τὶς συ­νή­θειές μας. Μᾶς ὑ­πο­δει­κνύει τὴν ὁδὸ τῆς με­τα­νοίας, δη­λαδὴ τῆς με­τα­στρο­φῆς τοῦ δι­κοῦ μας τρό­που.

Μα­κάρι μέσα στὸ νέο χρόνο ποὺ ἡ πρό­νοια τοῦ Θεοῦ ἐ­πέ­τρεψε νὰ προ­στε­θεῖ στὴ ζωή μας, νὰ ζή­σουμε, νὰ βα­δί­σουμε ὅ­λοι μας τὴν ὁδὸ τῆς με­τα­νοίας. Δη­λαδὴ νὰ ἔ­χουμε τὴν ἑ­τοι­μό­τητα νὰ δε­χθοῦμε αὐτὸ τό με­γάλο δῶρο τοῦ Θεοῦ, τήν με­τά­νοια, πού με­τα­μορ­φώ­νει καὶ ἱ­ε­ρο­ποιεῖ τὴ ζωή μας, σὲ ἕ­ναν κό­σμο ποὺ κα­θη­με­ρινά με­τέρ­χε­ται ὅλα τὰ δυ­νατὰ μέσα νὰ ἀ­πο­ϊ­ε­ρο­ποι­ή­σει τὰ πάντα, καλ­λι­ερ­γῶν­τας τὴν ἐ­γω­πά­θειά μας, μὲ σκο­πό τὴν ἀ­πο­μό­νωσή μας ἀπὸ τὴν κοι­νω­νία τῶν ἀν­θρώ­πων τοῦ Θεοῦ.

Ἡ με­τά­νοια θά με­τα­μορ­φώ­σει τὴ ζωή μας, θὰ ἰ­σορ­ρο­πή­σει τὴν ὕ­παρξή μας, θὰ ἐ­ξα­σφα­λί­σει τὴν σω­τη­ρία μας καὶ θὰ σώ­σει τὸν κό­σμο ὅλο. Ἀ­μήν.

www.imml.gr

13/9 Σχόλιο από την Ι.Μ. Μεσογαίας

ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟ ΤΗΣ ΥΨΩΣΕΩΣ (Ἰωάν. γ’, 13-17) [από Αρχείο]

Καθὼς πλησιάζει ἡ μεγάλη ἑορτὴ τῆς Παγκοσμίου Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου καὶ Ζωοποιοῦ Σταυροῦ, ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία μᾶς καλεῖ νὰ ἀναλογιστοῦμε τὴν ἄπειρη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ὅπως αὐτὴ κορυφώθηκε μὲ τὴ σταυρικὴ θυσία τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ. Σ’ αὐτὴν τὴ θεϊκὴ ἀγάπη ἀναφέρεται ὁ Κύριος μὲ ἕνα συγκλονιστικὸ λόγο Tου, ποὺ ἀκοῦμε στὸ σημερινὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο: «Τόσο πολὺ ἀγάπησε ὁ Θεὸς τὸν κόσμο τῶν ἀνθρώπων ποὺζοῦσαν στὴν ἁμαρτία, ὥστε γιὰ τὴ σωτηρία τους παρέδωσε σὲ θάνατο τὸν μονάκριβο υἱό Tου».

Μὲ ἀφορμὴ λοιπὸν αὐτὸν τὸν βαρυσήμαντο λόγο τοῦ Κυρίου, ἂς προσπαθήσουμε νὰ ἐμβαθύνουμε στὸ ἀνυπέρβλητο μεγαλεῖο τῆς θεϊκῆς ἀγάπης καὶ νὰ δοῦμε πῶς ὁ Τίμιος Σταυρὸς φανερώνει τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ στὸ ἀποκορύφωμά της.

Τόσο πολύ, μᾶς λέει ὁ Κύριος, ἀγάπησε ὁ Θεὸς τὸν κόσμο, «ὥστε τὸν υἱὸν αὐτοῦ τὸν μονογενῆ ἔδωκεν». Δὲν ἔστειλε κάποιον δοῦλο, κάποιον ἄγγελο ἢ ἀρχάγγελο ἀλλὰ τὸν Μονογενῆ Υἱό Tου. Αὐτὸν γιὰ τὸν Ὁποῖο ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς Πατὴρ εἶχε διαβεβαιώσει ὅτι «οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ εὐδόκησα» (Ματθ. γ΄ 17). Αὐτὸν τὸν μονάκριβο καὶ ἀγαπημένο Υἱό Tου ἀπέστειλε στὴ γῆ μὲ σκοπὸ νὰ προσφέρει τὸ αἷμα Tου θυσία ἐξιλεωτικὴ γιὰ τὶς ἁμαρτίες μας. Καὶ εἶδε ὁ Θεὸς Πατὴρ σταυρωμένο τὸν Υἱό Tου ἐν μέσῳ κακούργων καὶ ληστῶν μὲ τὸ ἀκάνθινο στεφάνι στὴν κεφαλή, μὲ λογχισμένη τὴν πλευρά, μὲ τὰ καρφιὰ στὰ χέρια καὶ στὰ πόδια. Τί συγκλονιστικό! Ὁ Θεὸς Πατὴρ παραδίδει τὸν Υἱό Tου σὲ θάνατο σταυρικὸ γιὰ τὴ σωτηρία μας! Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος λέει ὅτι ὁ Σταυρὸς εἶναι ἡ ἀπόδειξη τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ (ΕΠΕ 26, 98).

Ὡστόσο τὸ μεγαλεῖο αὐτῆς τῆς θείας ἀγάπης φανερώνεται σὲ ἀκόμη μεγαλύτερο βαθμό, ἂν σκεφθοῦμε σὲ ποιοὺς ἐκδηλώνει ὁ Θεὸς αὐτὴν τὴν ἀγάπη. Ὁ Κύριος μᾶς ἀπέδειξε ὅτι «ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον». Ἀλλὰ ποιὸν κόσμο; Ἕναν κόσμο ἁμαρτωλό, διεφθαρμένο, ἀλαζονικό. Κι ἐνῷ τὸ φυσικὸ θὰ ἦταν ἕνας τέτοιος κόσμος νὰ προκαλέσει τὴν ὀργὴ τοῦ Θεοῦ, γίνεται τὸ ἀκριβῶς ἀντίθετο. Ὁ πανάγαθος Θεὸς ἐκδηλώνει τὴν ἄπειρη καὶ τέλεια ἀγάπη Tου πρὸς τὸν ἀποστατημένο ἄνθρωπο.

Ἀγάπη ποὺ ἐκδηλώνεται ὄχι μόνο γενικὰ πρὸς ὅλο τὸν κόσμο ἀλλὰ καὶ ξεχωριστὰ γιὰ κάθε ἄνθρωπο. Αὐτὴ τὴν προσωπικὴ ἀγάπη αἰσθάνεται ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ὁ ὁποῖος ὁμολογεῖ: «ζῶ ἐμπνεόμενος καὶ κυριαρχούμενος ἀπὸ τὴν πίστη στὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος μὲ ἀγάπησε καὶ παρέδωσε τὸν Ἑαυτό Του γιὰ τὴ σωτηρία μου» (Γαλ. β΄ 20).

Ὑπάρχει ὅμως κι ἕνα τρίτο σημεῖο ποὺ ἀποδεικνύει ἀσύγκριτα τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Εἶναι τὰ μοναδικὰ δῶρα ποὺ μᾶς χαρίζει μὲ τὴ σταυρική Του θυσία. Τὴν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν, τὴν λύτρωση, τὴν σωτηρία μὲ ἐπιστέγασμα τὴν αἰώνια ζωή. Γι’ αὐτὸ ἀκριβῶς θυσιάστηκε καὶ παραδόθηκε στὸ σταυρικὸ θάνατο «ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται, ἀλλ’ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον» (Ἰω. γ΄ 16).

Ὁ Κύριος μὲ τὴ θυσία τοῦ Σταυροῦ ἄνοιξε τὴν πύλη τοῦ Παραδείσου ὄχι μόνο γιὰ τὸν μετανοημένο ληστὴ ἀλλὰ καὶ γιὰ κάθε ἄνθρωπο ποὺ πιστεύει καὶ μετανοεῖ εἰλικρινά. Καὶ ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ εἶναι τόσο μεγάλη,ὥστε ὄχι μόνο σώζει τοὺς πιστοὺς ἀπὸ τὴν αἰώνια καταδίκη, ἀλλὰ τοὺς κάνει κληρονόμους ἀσύγκριτης δόξας καὶ ἀτελεύτητης μακαριότητας στὴ Βασιλεία Του.

Ὁ Σταυρὸς τοῦ Κυρίου, ποὺ θὰ δοῦμε νὰ ὑψώνεται σὲ λίγες ἡμέρες, ἀποτελεῖ τὴ διαρκῆ ὑπενθύμιση τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, ποὺ παρηγορεῖ τὴνψυχή, δυναμώνει τὴ θέληση, εἰρηνεύει τὴν καρδιά, στηρίζει τὴν ἐλπίδα. Αὐτὴ τὴν πανανθρώπινη ἐμπειρία καλούμεθα νὰ ἑορτάσουμε ψάλλοντας,

« Σταυρὸς ὁ φύλαξ τῆς οἰκουμένης...».

16/8 Κυριακή Ι΄Ματθαίου [Ι.Μ. Μεσογαίας]

ΚΥΡΙΑΚΗ Ι΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ (Ματθ. ιζ΄ 14-23) 25 Αὐγούστου 2019 Πολὺ συχνὰ προσευχόμαστε οἱ ἄνθρωποι στὸν Θεό, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, καὶ Τὸν παρακαλοῦμε γιὰ κάτι, ποὺ τελικὰ δέν πραγματοποιεῖται. Τὸ αἴτημά μας δὲν ἐκπληρώνεται. Ἡ ἰκεσία μας δὲν βρίσκει ἀνταπόκριση, ἀκόμη κι ἄν αὐτὸ ποὺ ζητοῦμε δὲν εἶναι παράλογο. Αὐτονόητα βέβαια δὲν εἶναι λογικὸ νὰ παρακαλοῦμε τὸν Θεὸ γιὰ πράγματα ἀντίθετα πρὸς τὸ Εὐαγγέλιό Του˙ γιὰ πράγματα τῶν ὁποίων ἡ ἐκπλήρωση ἱκανοποιεῖ μόνο τὸν ἐγωισμὸ καὶ ὅποια ἐπιφα-νειακὴ ἀνάγκη μας. Ζητοῦμε, λοιπόν, πράγματα λογικὰ καὶ θεμιτά˙ παρακαλοῦμε γιὰ κάτι ποὺ δὲν ἀντιτίθεται στὸ θέλημά Του. Ὡστόσο ἀπάντηση δὲν παίρνουμε καὶ τὸ αἴτημά μας δὲν ἰκανοποιεῖται. Στὸ γιατὶ δὲν ἀπαντᾶ στὴν προσευχή μας ὁ Θεός, ποὺ συχνὰ διατυπώνουν πολλοὶ ἀδελφοί μας, ἔρχεται νὰ δώσει ἀπάντηση ἡ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπή, ἡ ὁποία καταγράφει τὸ περιστατικὸ ἑνὸς δυστυχισμένου πατέρα, ποὺ ὁ γιὸς ἦταν ἄρρωστος˙ σεληνιαζόταν καὶ ὑπέφερε. «Πολλάκις γὰρ πίπτει, εἰς τὸ πῦρ καὶ πολλάκις εἰς τὸ ὕδωρ», ἐξηγοῦσε στὸν Ἰησοῦ ὁ πατέρας μὲ πόνο. Ἀρχικὰ τὸν εἶχε ὁδηγήσει στοὺς μαθητὲς τοῦ Κυρίου, ἀλλὰ ἐκεῖνοι δὲν μπόρεσαν νὰ τὸν κάνουν καλά. Ὁ Κύριος ἐπιπλήττει τὸ ἀκάθαρτο πνεῦμα καὶ τό δυστυχισμένο παιδὶ ἐλευθερώνεται ἀπὸ τὴ δαιμονικὴ ἐνέργεια. Οἱ μαθητὲς πλησίασαν τὸν Χριστὸ καὶ τὸν ρώτησαν: «Διατὶ ἡμεῖς, οὐκ ἠδυνήθημεν ἐκβαλεῖν αὐτό;», γιὰ νὰ λάβουν τὴν ἀπάντηση «διὰ τὴν ἀπιστίαν ὑμῶν». Αἰτία τῆς ἀδυναμίας τους ἦταν ἡ ἀδύναμη πίστη, εἴτε ἡ δική τους εἴτε τοῦ πατέρα εἴτε ἀκόμη καί ὅσων ἐκεῖ παρευρίσκονταν. Ἡ ἴδια αἰτία βρίσκεται πάντα πίσω ἀπὸ τὴν σιωπὴ τοῦ Θεοῦ καὶ στὴ δική μας προσευχὴ στὰ διάφορα αἰτήματα ποὺ ἀπευθύνουμε. Ὁ Θεὸς σιωπᾶ ἐπειδὴ προσευχόμαστε χωρὶς βαθειὰ καὶ ζωντανὴ πίστη. Τὰ ὅσα ζητοῦμε μένουν ἀνεκπλήρωτα καὶ ἀναπάντητα, διότι δὲν παρακαλοῦμε μὲ θερμὴ καὶ καθαρὴ καρδιά, μὰ κυρίως ζητοῦμε χωρὶς ἐμπιστοσύνη. Ὁ Κύριος διδάσκει «Αἰτεῖται καὶ δοθήσεται ὑμῖν, ζητεῖτε, καὶ εὑρήσετε, κρούετε καὶ ἀνοιγήσεται ὑμῖν˙» (Ματθ. 7,7). Καί πάλι ὁ Ἴδιος ὑπογραμμίζει στὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο «ἄν ἔχετε πίστη ἔστω καὶ σὰν κόκκο σιναπιοῦ, θὰ λέτε σ’ αὐτὸ τὸ βουνὸ «μετακινήσου» καὶ θὰ γίνεται˙ καὶ κανένα πρᾶγμα δὲν θὰ εἶναι ἀδύνατο γιὰ σᾶς». Τέλος ἡ προτροπὴ Του «τοῦτο δὲ τὸ γένος οὐκ ἐκπορεύεται εἰ μὴ ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ» ἀπαντᾶ ὄχι μόνο τὴν ἀπορία τῶν μαθητῶν Του, ἀλλὰ καὶ φωτίζει τὸν τρόπο ποὺ ὁ πιστὸς μπορεῖ νὰ ἀποκτᾶ τὴ δύναμη ποὺ χρειάζεται. Ἀδελφοί μου, ὁ Κύριος δίπλα στὴν προσευχὴ τοποθετεῖ καὶ τὴ νηστεία. Μὲ τὴν προσευχὴ ἐπιδιώκουμε νὰ συνομιλήσουμε μαζί Του. Προϋπόθεση ὅμως ἀποτελεῖ ἡ ἐλευθερία ἀπὸ τὰ πάθη μας. Σ’ αὐτὸ βοηθᾶ ἡ νηστεία. Ἡ ἀξία της ποὺ δὲν γίνεται ἀντιληπτὴ στὸν κόσμο μας σήμερα, ἐντοπίζεται στὴν συνειδητὴ προσπάθεια τοῦ ἀνθρώπου νὰ ἀντισταθεῖ στὶς πιεστικὲς ἀνάγκες τοῦ φθαρτοῦ σώματος, προκειμένου νὰ μποῦν σὲ προτεραιότητα καὶ νὰ ἰκανοποιηθοῦν οἱ ἀνάγκες τῆς ψυχῆς. Αὐτὸ βεβαιώνεται ἔμπρακτα στὴ ζωὴ τῶν Ἁγίων. Τὴν προσπάθειά τους γιὰ προσευχὴ συνόδευε καὶ ἡ ἄσκηση τοῦ σώματος. Τότε ἡ προσευχή τους ἀποκτοῦσε δύναμη καὶ ἐνίσχυε τὸν ἀγώνα τους. Καὶ ὁ ἀγώνας τους ἐνδυνάμωνε ἀποτελεσματικὰ τὴν προσευχή τους. Ἡ μίμηση αὐτῶν τῶν τρόπων τους, θὰ δίνει στὴν προσευχή μας τὴ δύναμη ποὺ προκαλεῖ τὸ θαῦμα ποὺ χρειαζόμαστε, καὶ θὰ κάνει καὶ μᾶς μετόχους τῆς αἰωνιότητος τοῦ θεοῦ, τὴν ὁποἰαν ἀπολαμβάνουν καὶ ἐκεῖνοι. Ἀμήν. imml.gr

14/1 Σχόλιο στο Ευαγγέλιο Ματθαίου δ΄12-17 [Ι.Μ. Μεσογαίας]

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ
ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ
ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΚΥΡΙΑΚΩΝ ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2019

ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΕΤΑ ΤΑ ΦΩΤΑ (Ματθ. δ΄12-17)

13 Ἰανουαρίου 2019

Τὸ κεντρικὸ μήνυμα τῆς σημερινῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ἀφορᾶ στὸν πυρῆνα τοῦ περιεχομένου τῆς πρώτης προσκλήσεως τοῦ Κυρίου πρὸς κάθε ἄνθρωπο μέσα στὴν ἱστορία καὶ ἔκτοτε στὴν ἐπαναλαμβανόμενη προτροπὴ τῆς Ἐκκλησίας γιὰ μετάνοια. Νὰ ξέρουμε ὅτι κάνοντας λόγο γιὰ τὴν μετάνοια, στὴν οὐσία ἀποκαλύπτουμε τὸ βαθύτερο μήνυμα ὅλου τοῦ κηρύγματος τοῦ Χριστοῦ, ἀφοῦ μὲ σύσταση μετανοίας ἄρχισε τὸ κήρυγμά Του καὶ μ᾽᾿αὐτὴν τὸ τελείωσε.

Ἔτσι καὶ σήμερα θὰ κάνουμε λόγο γιαυτὴν τὴν σωτήρια ἀρετὴ καὶ μακάρι νὰ τὸ κάναμε συχνότερα. Μ'αὐτὸν ἄλλωστε τὸν τρόπο συνειδητοποιοῦμε ὅτι καθημερινῶς σφάλλουμε, ἀδικοῦμε καὶ ἁμαρτάνουμε.

Ἔχει λοιπὸν βαρύτητα τὸ γεγονὸς ὅτι τὸ κήρυγμα τοῦ Χριστοῦ ξεκίνησε καὶ τελείωσε μὲ προτροπὴ γιὰ μετάνοια. Βεβαιώνεται ἔτσι πώς, γιὰ νὰ ζήσουμε ὡς πνευματικοὶ ἄνθρωποι, πρέπει μὲ τὰ ἔργα μας νὰ ἐμφανίζουμε καρποὺς μετανοίας, ἐπειδὴ ἡ μετάνοια εἶναι ἡ κατὰ Θεὸν ζωὴ ποὺ ἐξασφαλίζει τὴ σωτηρία μας.

Ὁ Χριστὸς ἀρχίζοντας τὴν διδασκαλία Του παρέλαβε τὸν λόγο τοῦ προφήτου Ἰωάννου στὴν ἔρημο, ὅπως μᾶς τὸ διασώζει ὁ εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος, μὲ τὴν προτροπὴ «Μετανοεῖτε· γιατὶ πλησιάζει ἡ Βασιλεία τῶν οὐρανῶν...». Μὲ τὸν ἴδιο τρόπο τελείωσε τὸ ἔργο Του ἐπὶ τῆς γῆς, ἀφοῦ μετὰ τὴν Ἀνάστασή Του, παραγγέλλει στοὺς Ἀποστόλους νὰ κηρύξουν μετάνοια σ᾿᾽ ὅλα τὰ ἔθνη στὸ ὄνομά Του.

Ἔτσι, ἀποκαλύπτεται πὼς ὁ Χριστὸς μὲ τὸν λόγο Του εἶναι ἡ συνέχεια τῶν Προφητῶν καὶ δὲν ἦλθε νὰ καταργήσει τοὺς νόμους ἢ τοὺς Προφῆτες, ἀλλὰ νὰ τοὺς συμπληρώσει⋅· τὸν μὲν προφητικὸ λόγο νὰ συμπληρώσει μὲ τὸν Εὐαγγελικὸ καὶ ὅλα νὰ τὰ συμπυκνώσει στό «μετανοεῖτε».

Μετὰ ἀπὸ αὐτὸ ὁ ἄνθρωπος ἔχει ἕνα μοναδικὸ τρόπο νὰ διορθώσει ὅ,τι κακὸ ἔχει κάνει καὶ ἕνα σωτήριο μέσο νὰ διασφαλίσει τὴ σωτηρία του. Τὴν μετάνοια, τὴν ὁποία κάποτε ἀπαξιώνει καὶ ἄλλοτε ἀγνοεῖ. Καὶ ὅσο συμβαίνει αὐτό, τόσο ἀπομακρύνεται ἀπὸ τὸν λόγο τοῦ Εὐαγγελίου, ὁ ὁποῖος τοῦ γίνεται ἀνεφάρμοστος, ἐπειδὴ ἀδυνατεῖ νὰ τὸν κατανοήσει.

Σὲ αὐτὴν τὴν περίπτωση βαθαίνει στὴν ἀμετανοησία καὶ προσεγγίζει στὸν ψυχικὸ θάνατο, ἀφοῦ μὴ συναισθανόμενος τὸ σφάλμα του ἀδιαφορεῖ στὴν πρόσκληση στὴ νέα ζωὴ τοῦ Θεοῦ. Δὲν ἀποζητᾶ τὸ ἔλεός Του γιὰ σωτηρία, ἐπειδὴ δὲν γνωρίζει τὴν ἄπειρη φιλανθρωπία καὶ ἀγάπη Του. Συνεχίζει τὴν ἀμετανόητη ζωή, ποὺ γίνεται ἡ χειρότερη ἀνθρώπινη στάση, διότι εἶναι θόλωση τοῦ νοῦ· τύφλωση ποὺ συσκοτίζει τὸν κόσμο μας καὶ δὲν μᾶς ἐπιτρέπει νὰ ἔχουμε καθαρὴ εἰκόνα, ποῦ βαδίζουμε. Νομίζουμε πὼς ὅλα εἶναι καλὰ καὶ συνεχίζουμε νὰ ζοῦμε ἀνυποψίαστοι.

Ὁ φιλάνθρωπος ὅμως Θεὸς δίνει συνέχεια ἀφορμὲς νὰ ἔλθουμε σὲ ἐπίγνωση τῆς ἀλήθειάς Του, γιὰ νὰ συνειδητοποιοῦμε ὅτι Ἐκεῖνος μόνον μπορεῖ καὶ συγχωρεῖ κάθε ἁμαρτία, ὅσο τραγικὴ κι ἄν εἶναι, καὶ ἐλεεῖ ἐκείνους ποὺ νοιώθουν τὸ σφάλμα τους, παύουν τὶς ἁμαρτίες τους καὶ ζητοῦν τὸ ἔλεός Του.

Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, ἡ μετάνοια εἶναι νόμος τοῦ Θεοῦ καὶ λόγος τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Χριστὸς μᾶς καλεῖ καὶ μέσα στὸν νέο χρόνο ποὺ ξεκίνησε, ὡς ἐπαναλαμβανόμενη πνευματικὴ εὐκαιρία, νὰ μᾶς κάνει καινούργιους μὲ ἕναν μόνον ὅρο καὶ ἕνα νόμο, τὴν μετάνοια. Ἡ δύναμη καὶ ἡ ἀξία τῆς ὁποίας παρέχει ζωὴν αἰώνιον.

Στοχεύοντας νὰ γίνουμε μέτοχοι αὐτῆς τῆς αἰώνιας ζωῆς ποὺ εἶναι ἡ Βασιλεία τοῦ Χριστοῦ, καλούμεθα ἁπλῶς νὰ ἀνοίξουμε τὰ αὐτιὰ τῆς ψυχῆς μας στὴν ἀκατάπαυστη προτροπὴ τοῦ ἐν Ἰορδάνῃ βαπτισθέντος Χριστοῦ καὶ τοῦ Προφήτου Ἰωάννου «μετανοεῖτε· γιατὶ πλησιάζει ἡ Βασιλεία τῶν οὐρανῶν».

Γένοιτο.

imml.gr

Σελίδα 3 από 3