1/2 Άγιος Τρύφωνας

Οὗτος ὑπῆρχεν ἐκ Λαμψάκου τῆς κώμης, τῶν Φρυγῶν ἐπαρχίας, ἐπὶ τῆς βασιλείας Γορδιανοῦ, ἐν τῷ διακοσιοστῷ ἐννενηκοστῷ πέμπτῳ ἔτει ἀπὸ τῆς Αὐγούστου βασιλείας. Ἔτι δὲ κομιδῇ νέος ὤν, καὶ τῇ ἡλικίᾳ κατάλληλον ἐπιτήδευμα μετιών, (χῆνας γὰρ ἔβοσκεν, ὥς φασι) Πνεύματος ἁγίου ἐπλήσθη, καὶ ἦν πᾶσαν ἰώμενος μαλακίαν, καὶ δαίμονας ἐξελαύνων. Ἐθεράπευσε δὲ καὶ τὴν τοῦ Βασιλέως θυγατέρα, ὑπὸ τοῦ δαίμονος κρατουμένην· ἔνθα λέγεται ὑποδεῖξαι τὸν δαίμονα τοῖς παροῦσιν, ὡς κύνα μέλανα, τὰς πονηρὰς πράξεις αὑτοῦ διαγγέλλοντα, καὶ πολλοὺς ἐπὶ τῷ θαύματι πρὸς τὴν εἰς Χριστὸν πίστιν μεταγαγεῖν.

Ἐπὶ δὲ τοῦ βασιλέως Δεκίου, ὃς Φίλιππον διεδέξατο, τὸν κρατήσαντα μετὰ Γορδιανόν, διεβλήθη Ἀκυλίνῳ τῷ ἐπάρχῳ τῆς Ἀνατολῆς, ὅτι μὴ λατρεύει, φησί, τοὺς δαίμονας. Ἀχθεὶς δὲ πρὸς αὐτὸν ἐν Νικαίᾳ, καὶ ὁμολογήσας τὸ τοῦ Χριστοῦ ὄνομα, πρῶτον σπαθίζεται· εἶτα ἵπποις δεσμεῖται, καὶ ἐλαύνεται, χειμῶνος ὥρᾳ, κατὰ δυσβάτων καὶ δυσπροόδων χωρίων· καὶ μετὰ τοῦτο, γυμνὸς ἐπάνω σιδηρῶν ἥλων σύρεται. Ἔτι δὲ μαστιχθείς, καὶ λαμπάσι πυρὸς τὰς πλευρὰς ἐκκαείς, τὴν διὰ ξίφους ἀπόφασιν δέχεται, ἣν προφθάσας, τῷ Θεῷ τὸ πνεῦμα παρέθετο.

Τελεῖται δὲ ἡ αὐτοῦ Σύναξις ἐν τῷ Μαρτυρείῳ αὐτοῦ, τῷ ὄντι ἔνδον τοῦ σεπτοῦ Ἀποστολείου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου, πλησίον τῆς Ἁγιωτάτης Μεγάλης Ἐκκλησίας.Ὁ Ἅγιος αὐτὸς ἦταν ἀπὸ τὴν Λάμψακο τῆς Φρυγίας καὶ ἔζησε στὰ χρόνια τῶν βασιλέων Γορδιανοῦ (238-244), Φιλίππου καὶ Δεκίου. Φτωχότατος στὴν παιδική του ἡλικία, ἀναγκάσθηκε γιὰ κάποιο καιρὸ νὰ βόσκει χῆνες, γιὰ νὰ μπορεῖ νὰ ζήσει. Ἐνῷ ἐξασκοῦσε τὴν ταπεινή του δουλειά, συγχρόνως μελετοῦσε καὶ τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ μὲ πολὺ ζῆλο ἐκτελοῦσε τὰ θρησκευτικά του καθήκοντα. Ἡ Ἁγία Γραφή, ποὺ διάβαζε ὁ Τρύφων, μεταξὺ ἄλλων λέει: «Ὁ Θεὸς ὑπερηφάνοις ἀντιτάσσεται, ταπεινοῖς δὲ δίδωσι χάριν». Ποὺ σημαίνει, ὁ Θεὸς τίθεται ἀντιμέτωπος στοὺς ὑπερήφανους, στοὺς ταπεινοὺς ὅμως δίνει χάρη. Πράγματι, ὁ ταπεινὸς Τρύφων μὲ τὴν εὐσεβῆ φιλομάθειά του ἔγινε σιγὰ-σιγὰ ἱκανὸς ὄχι μόνο νὰ ξέρει πολλὰ ὁ ἴδιος, ἀλλὰ καὶ νὰ τὰ διδάσκει. Τόσο δὲ εὐνοήθηκε ἀπὸ τὴν θεία χάρη, ὥστε καὶ ἀσθένειες θεράπευε θαυματουργικά. Μάλιστα, ὁ βασιλιὰς Γορδιανός, ὅταν ἔμαθε αὐτὰ γιὰ τὸν Τρύφωνα, ἔστειλε καὶ τὸν ἔφεραν νὰ θεραπεύσει τὴν ἄῤῥωστη κόρη του. Πράγματι, τὴν θεράπευσε καί, ἀφοῦ ἀρνήθηκε τὶς τιμὲς καὶ τὰ ἀξιώματα ποὺ τοῦ πρόσφερε ὁ Γορδιανός, ἔφυγε εὐγενικά.

Στὴν ἐποχή, ὅμως, τοῦ Δεκίου (249-251), ὁ Τρύφων συλλαμβάνεται. Ὁμολογεῖ θαῤῥαλέα τὸ Χριστό, καὶ χωρὶς νὰ φοβηθεῖ, ἐκφράζεται φλογερὰ κατὰ τῆς εἰδωλολατρείας. Τότε ὁ ἔπαρχος τῆς Ἀνατολῆς Ἀκυλῖνος, στὴ Νίκαια, διατάζει καὶ τὸν δέρνουν σκληρά. Κατόπιν τὸν δένουν σ᾿ ἄλογο καὶ σὲ καιρὸ χειμῶνα, τὸν σύρουν κατὰ γῆς σὲ δύσβατα καὶ τραχέα μέρη. Ἔπειτα τὸν σύρουν γυμνὸ ἐπάνω σὲ σιδερένια καρφιά, καῖνε τὶς πλευρές του μὲ ἀναμμένες λαμπάδες καὶ τέλος τὸν καταδικάζουν σὲ ἀποκεφαλισμό. Ἀλλὰ πρὶν ἀποκεφαλιστεῖ, παραδίδει στὸν Θεὸ τὴν μακάρια ψυχή του.

Ἡ ἑορτή του ἐτελεῖτο στὸν Ναὸ τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου καὶ Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου, ποὺ βρισκόταν κοντὰ στὴν Ἐκκλησία τῆς Ἁγίας τοῦ Θεοῦ Σοφίας, στὴν Κωνσταντινούπολη.

Βίος

Ὁ πανάριστος Μεγαλομάρτυρας τοῦ Χριστοῦ Τρύφων εἶχε πατρίδα τὴν Λάμψακο τῆς Φρυγίας, πόλι τῆς Μικρᾶς Ἀσίας στὰ παράλια τοῦ Ἑλλησπόντου. Τὸν ἑλληνικὸ βίο του συνέγραψε ὁ Ἅγιος Συμεὼν ὁ μεταφραστής, ποὺ ἔζησε τὸν 10ο αἰῶνα καὶ συνέλεξε τοὺς ὑπάρχοντας τότε βίους τῶν Ἁγίων καὶ διετύπωσε ἐκ νέου· ἔτσι ἔχουμε καὶ τὸν περίφημο βίο τοῦ Ἁγίου Τρύφωνος, ἀπὸ τὸν ὁποῖο παραθέτουμε ἀποσπάσματα σὲ νεοελληνικὴ ἀπόδοσι (διασκευὴ κ. Τρύφωνος Ἀλεξοπούλου, ἰατροῦ).

»... Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες μετὰ τοὺς Ἀποστόλους ἔγιναν συνεχιστὲς τῆς χριστιανικῆς εὐσεβείας. Αὐτοὶ πῆραν σὰν μιὰ σπίθα τὴν φωτιὰ τῆς πίστεως ἀπ᾿ τοὺς Ἀποστόλους. Ἔπειτα, αὐτὴ ἡ σπίθα θέριεψε μὲ τὰ βασανιστήρια τῶν διωκτῶν, ὅπως ἡ φλόγα φουντώνει ἀπ᾿ τοὺς ἀνέμους...

» Ἕνας ἀπ᾿ αὐτοὺς εἶναι καὶ ὁ μακάριος Τρύφων, τὸ εὐλογημένο ἄνθος τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ ἔχει τὴν ἐπωνυμία τῆς ἄφθαρτης καὶ θεϊκῆς τρυφῆς. Γεννήθηκε στὴν Λάμψακο, ἕνα χωριὸ τῆς Φρυγίας κοντὰ στὴν Ἀπάμεια, ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς, καὶ ἦταν τόσο ἄξιος τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τὴν παιδική του ἡλικία, ὥστε νὰ ἀξιωθεῖ τῶν ποικίλων θείων ἐνεργειῶν καὶ τῆς χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Γι᾿ αὐτὸ καὶ μὲ τὸ ὄνομα μόνο τοῦ Τρύφωνος διώκονταν ἀπὸ τοὺς πάσχοντες διάφορες σωματικὲς ἀσθένειες καὶ ἡ πονηρὴ γενεὰ τῶν δαιμόνων...

Μετὰ τὸν Γορδιανὸ καὶ τὸν Φίλιππο, ἀναγορεύθηκε αὐτοκράτορας τῶν Ρωμαίων ὁ Δέκιος, ἄνθρωπος σκληρὸς μὲ ἀναίσχυντη ψυχή, ποὺ εὐφραινόταν μὲ τὶς σφαγὲς καὶ τὰ βασανιστήρια, θερμὸς μὲν στὴν λατρεία τῶν εἰδώλων, κινούμενος δὲ μὲ φοβερὴ λύσσα κατὰ τῶν Χριστιανῶν... Ἐκεῖνο τὸν καιρὸ καταγγέλλουν τὸν Τρύφωνα στὸν ἔπαρχο τῆς Ἀνατολῆς Ἀκυλῖνο, ὅτι δηλαδὴ ἐκδηλώνει μεγάλη ἀλαζονεία κατὰ τῶν αὐτοκρατόρων καὶ ἐμπαίζει μὲν τοὺς μεγάλους θεούς, ἰσχυρίζεται δὲ ὅτι μόνο κάποιος Χριστὸς εἶναι Θεός, καὶ ἔτσι ἐξαπατᾶ πολλούς.

Εὐθὺς λοιπὸν στέλνει αὐστηρὲς διαταγὲς στοὺς τοπικοὺς ἄρχοντες, ὅσο τὸ δυνατὸν γρηγορότερα νὰ παρουσιαστεῖ μπροστά του ὁ Τρύφων, ὁ ὁποῖος ὅταν ἄκουσε ὅτι τὸν ἀναζατοῦν οἱ διῶκτες, δὲν ἀναχωρεῖ στὴν ἔρημο γιὰ νὰ κρυφθεῖ, οὔτε καταφεύγει στὰ πυκνὰ δάση, παρὰ ὁπλίζεται μὲ προσευχὲς καὶ δεήσεις καὶ ἐμφανίζεται μὲ χαρὰ καὶ εὐχαρίστως πορεύεται γιὰ νὰ παρουσιαστεῖ στὸν Ἀκυλῖνο, ὁ ὁποῖος διέμενε τότε στὴν Νίκαια. Στὴν ἀπολογία του, ὁ Ἅγιος Τρύφων εἶπε στὸν ἔπαρχο:

-Τὸ ὄνομά μου τὸ γήινο εἶναι Τρύφων, πατρίδα μου ἡ κώμη Λάμψακος, ἀλλὰ ἐμεῖς δὲν πιστεύουμε οὔτε ἀναφερόμαστε στην τύχη, πιστεύουμε ὅμως ὅτι κατὰ τὴν πρόνοια τοῦ Θεοῦ καὶ την τάξη γίνονται τὰ πάντα καὶ ἀπὸ τὴν σοφία του κυβερνῶνται τὰ σύμπαντα. Εἶμαι ἐλεύθερος στὴν ζωή μου καὶ μόνο σὲ ἕναν ὑποτάσσομαι, στὸν Χριστό· ὁ Χριστὸς εἶναι ἡ πίστη μου, ὁ Χριστὸς εἶναι ἡ δόξα μου καὶ ὁ Χριστὸς γίνεται ἤδη ὁ στέφανος τῆς καυχήσεώς μου.

Καὶ πρὸς αὐτὰ ὁ ἔπαρχος εἶπε:

-Ὑποθέτω ὅτι δὲν θὰ γνώριζες μέχρι καὶ σήμερα τὴν διαταγὴ τοῦ αὐτοκράτορα, ποὺ ἐπιτάσσει νὰ παραδίνεται σὲ βίαιο θάνατο καθένας ποὺ ἐπιδεικνύει ἀπείθεια στὴν τιμὴ καὶ λατρεία τῶν θεῶν. Ἀλλὰ θέλω νὰ πεισθεῖς στὰ λόγια μου καὶ νὰ φύγεις ἀπὸ τὴν ἀπάτη, γιὰ νὰ μὴν ὑποστεῖς τὴν φωτιὰ καὶ ἄλλα βασανιστήρια.

Καὶ ὁ Ἅγιος εἶπε:

-Μακάρι νὰ ἀναλωθῶ καὶ ἀπὸ τὴν φωτιὰ καὶ ἀπὸ κάθε ἄλλο βασανιστήριο γιὰ τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ καὶ Θεοῦ μου.

Ὁ ἔπαρχος ἀπάντησε:

-Σὲ προτρέπω, Τρύφων, νὰ θυσιάσεις στοὺς θεούς· βλέπω ὅτι ἔχεις ὑψηλὸ φρόνημα καὶ δὲν θέλω νὰ πεθάνεις μὲ ἄσχημο τρόπο.

Ὁ δὲ Ἅγιος Τρύφων εἶπε:

-Τότε θὰ εἶναι τέλειο τὸ φρόνημά μου, ἐὰν φέρω ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ τέλεια καὶ ἀκέραιη τὴν ὁμολογία καὶ φυλάξω τὴν καλὴ παρακαταθήκη τῆς πίστεως, χωρὶς νὰ τὴν ἀρνηθῶ, προσφέροντας ὁλόκληρο τὸν ἑαυτό μου σὰν καθαρὴ θυσία στὸν Χριστό...

Ὅταν ἄκουσε αὐτὰ ὁ Ἀκυλῖνος, ἐξοργίσθηκε καὶ διέταξε νὰ κρεμάσουν τὸν Τρύφωνα καὶ νὰ τὸν τρυποῦν μὲ σπαθιά. Τότε ὁ μακάριος κρεμιέται στὸ ξύλο καὶ ἀφοῦ τοῦ ἔδεσαν τὰ χέρια ἀπὸ τοὺς ἀγκῶνες, τοῦ ἔκοπταν μὲ ὁρμὴ τὶς σάρκες. Καὶ ἐνῶ τὸν σπάθιζαν τρεῖς ὁλόκληρες ὧρες καὶ ἐκεῖνος ὑπέμενε τὶς πληγὲς μὲ ἠρεμία, ὁ ἔπαρχος τὸν παρακινοῦσε:

-Ἄλλαξε γνώμη Τρύφων, γι᾽ αὐτὴ τὴν ἄκαιρη ἀνοησία σου καὶ ὁμολόγησε ὅτι θὰ θυσιάσεις στοὺς θεούς.

Ὁ γενναῖος ὅμως ἀθλητὴς τοῦ Χριστοῦ ἀντιστέκεται στὶς προκλήσεις τοῦ Ἀκυλίνου, ὑπομένει ὅλα τὰ βασανιστήρια ποὺ ἐπινοεῖ ὁ νοσηρὸς καὶ μοχθηρὸς νοῦς τοῦ τυράννου (πολυήμερη φυλακή, πεζοπορία μὲ καρφιὰ στὰ πόδια, ραβδισμοὶ καὶ κάψιμο τῶν πλευρῶν μὲ λαμπάδες, σπαθισμοί κ.ἄ.) καὶ μένει ἀταλάντευτος στὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ καὶ μὲ καρτερία ὑπομένει τὰ φρικτὰ μαρτύρια.

Βλέποντας ὁ Ἀκυλῖνος τὴν ἀνυποχώρητη ἐναντίωσι τοῦ Τρύφωνος ἀποφασίζει τελικῶς νὰ ἀποκεφαλισθεῖ. Ἀμέσως οἱ στρατιῶτες τὸν ὁδήγησαν στὸν τόπο τοῦ μαρτυρίου. Ὁ δὲ Ἅγιος στράφηκε πρὸς τὴν ἀνατολὴ καὶ σηκώνοντας τὰ μάτια, τὰ χέρια καὶ τὴν φωνὴ στὸν οὐρανὸ προσευχήθηκε λέγοντας:

-Δέσποτα Κύριε, Θεὲ τῶν θεῶν, Βασιλέα τῶν βασιλέων, Ἅγιε τῶν ἁγίων, Σὲ εὐχαριστῶ γιατὶ μὲ ἀξίωσες νὰ ἀγωνισθῶ τοῦτον τὸν ἀγῶνα ἄμεμπτα καὶ μέχρι τέλους. Καὶ τώρα, Σὲ παρακαλῶ, ἂς μὴ μὲ ἀκουμπήσει τὸ δόλιο χέρι τοῦ πονηροῦ καὶ ἀπωλέσει στὸν ἅδη, ἀλλὰ παράλαβε μὲ τοὺς ἁγίους Ἀγγέλους τῆς μεγαλόπρεπης δόξας σου τὴν ψυχή μου εὐρηνικά, καὶ εἰσάγαγέ την στὰ σκηνώματά σου. Σὲ ὅσους θυμοῦνται δὲ τὸν δοῦλο Σου καὶ ἐπιθυμοῦν νὰ προσφέρουν θυσίες πρὸς τιμή μου, ἄκουσέ τους ἀπὸ τὴν ἁγία κατοικία Σου, καὶ στεῖλε τους ὡς ἀνταπόδοση πλούσιες καὶ ἄφθαρτες εὐεργεσίες, γιατὶ Ἐσὺ εἶσαι ὁ μόνος ἀγαθὸς καὶ ὁ χορηγὸς τῶν ἀγαθῶν στοὺς αἰῶνες. Ἀμήν.

Ἀφοῦ προσευχήθηκε ὁ ἀθλοφόρος καὶ προσκύνησε τὸν Θεό, πρὶν κἂν πληγωθεῖ ἀπὸ τὸ ξίφος παρέδωσε τὴν ψυχή του σὰν νὰ θέλησε νὰ τὴν ἀφήσει μὲ προσταγὴ τοῦ Θεοῦ καὶ ὄχι μὲ τὴν διαταγὴ τοῦ τυράννου. Οἱ δὲ Χριστιανοὶ συγκεντρώθηκαν καὶ μὲ καθαρὰ σεντόνια καὶ ἀρώματα περιποιήθηκαν τὸ τίμιο ἐκεῖνο λείψανο καὶ τὸ ἐνεταφίασαν στὴν Λάμψακο, ὑπακούοντας στὸ θέλημα τοῦ Ἁγίου ποὺ ἐμφανίστηκε σὲ ὄνειρό τους».
Θαυμαστὰ Διηγήματα

Ἡ παρουσία τῆς τιμίας Κάρας τοῦ πανενδόξου καὶ μακαρίου θείου Τρύφωνος τοῦ Μεγαλομάρτυρος στὴν ἁγία Μονή μας, προσδίδει ἐξαίρετη εὐλογία καὶ τιμὴ σ᾿ Αὐτὴν καὶ ἀποτελεῖ πηγὴ θείων δωρεῶν καὶ χαρισμάτων, ἀλλὰ καὶ φυγαδεύει τὶς ἀσθένειες τῶν ἀγρῶν καὶ κήπων.

Ἐπίσης, στὴν Μοναστηριακὴ περιοχὴ διασώζεται ἱερὸ Κελλίο ἀφιερωμένο στὸν μεγάλαθλο Ἅγιο Τρύφωνα τὸν Ἀνάργυρο, στὸ ὁποῖο ἐφησυχάζουν τρεῖς πατέρες, αἰνοῦντες καὶ εὐλογοῦντες τὸν Θεὸ καὶ τὸν θεράποντα Αὐτοῦ ἀξιομακάριστο θεῖο Τρύφωνα.

Τὸ σεπτὸ ὄνομα τοῦ Ἁγίου Τρύφωνος πάντοτε διατηρεῖται στὴν Ἀδελφότητά μας καὶ δίδεται στὴν κουρὰ ἀδελφοῦ πρὸς τιμὴ τοῦ Ἁγίου.

Ἀπὸ τὶς ἀναμνήσεις ποὺ μᾶς παρέδωσαν οἱ παλαιοὶ πατέρες γνωρίσαμε ἀρκετὰ θαυμαστὰ γεγονότα ποὺ ἀναφέρονται στὸν ἀμάραντο τῆς Λαμψάκου θεῖο βλαστό, Ἅγιο Τρύφωνα.

Ὁ γέροντας Βαρλαὰμ ὁ Ξενοφωντινὸς ἔζησε περίπου 80 χρόνια στὴν Μονή μας. Ἦταν μιὰ κινητὴ ἱστορία. Ἦλθε στὴν Μονή μας τὸ 1908 καὶ κοιμήθηκε τὸ 1983. Κοσμημένος μὲ ἁπλότητα καὶ ταπεινότητα, ἔζησε ὅλα τὰ χρόνια του στὸ Μοναστήρι ὑπομένοντας κάθε δοκιμασία γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Διακόνησε χρόνια πολλὰ στὶς ἀγροτικὲς ἐργασίες τῆς Μονῆς καὶ εἶχε πολλὲς ἐμπειρίες μὲ τὸν Ἅγιο Τρύφωνα, τὸν προστάτη τῶν γεωργῶν.

Μᾶς διηγήθηκε πὼς κάποτε, στοὺς ἐπάνω κήπους τῆς Μονῆς, σὲ μιὰ περιοχὴ ποὺ λέγεται «Ζαχαρᾶς», ἔπεσε ἀκρίδα καὶ κάμπιες, μὲ συνέπεια νὰ γίνεται μεγάλη ζημία στὸν λαχανόκηπο. Ὁ γέροντας εἰδοποίησε τὸν ἅγιο Καθηγούμενο γιὰ τὴν συμφορὰ καὶ ζήτησε νὰ ἀνεβάσουν την ἁγία Κάρα τοῦ Μεγαλομάρτυρος Τρύφωνος καὶ νὰ διαβαστεῖ ἁγιασμὸς μὲ τὶς εὐχὲς τοῦ Ἁγίου.

Ἀμέσως ἀνταποκρίθηκε ἡ Μονή, καὶ μόλις ἔφθασε ἡ τιμία Κάρα τοῦ Ἁγίου καὶ διαβάστηκε ὁ ἁγιασμὸς καὶ οἱ εὐχές, σὰν ἕνα σύννεφο ἔφυγαν ὅλα τὰ ἔντομα καὶ σώθηκε ἡ σοδειὰ τῶν κήπων μὲ τὴν θαυμαστὴ ἐπέμβασι τοῦ Ἁγίου.

Ἀκόμη, μᾶς διηγεῖτο ὁ γέρων Βαρλαὰμ γιὰ τὸν ἐλαιῶνα: «-Ἐμεῖς, πατέρες, δὲν ξέραμε ἀπὸ ραντίσματα καὶ τέτοια πράγματα· ὅταν παρουσιάζονταν ἀσθένειες, παίρναμε τὴν ἁγία Κάρα τοῦ προστάτου μας Ἁγίου Τρύφωνος, κάναμε ἁγιασμὸ καὶ λιτανεύαμε τὸ ἅγιο λείψανο μέσα στὸν ἐλαιῶνα, ραντίζοντας μὲ τὸν ἁγιασμὸ τὰ δένδρα, καὶ ἡ συγκομιδὴ ἦταν θαυμαστή· σκεφθῆτε, ἔσπαζαν τὰ κλαδιὰ ἀπ᾿ τὸν καρπό· εἴκοσι πέντε χιλιάδες ὀκάδες λάδι βγάζαμε τὸν χρόνο ποὺ εἶχε ἐλαιοκαρπία. Δόξα τῷ Θεῷ καὶ στὸν Ἅγιο Τρύφωνα τὸν προστάτη μας!».

Ἀλλά, καὶ σὲ σωματικὲς ἀσθένειες ἦταν ἀρωγὸς καὶ ἰατρός, ὁ ἁγιώτατος Μάρτυς τοῦ Χριστοῦ Τρύφων, καὶ δὲν παύει νὰ μᾶς προστατεύει ἀπὸ κινδύνους καὶ πειρασμούς. Καὶ ὅσοι ἐπικαλοῦνται τὸ ἱερὸ ὄνομά Του καὶ ζητοῦν τὴν βοήθειά Του, λαμβάνουν τῶν ἰαμάτων τὴν χάρι ἀπὸ τὸν συνέκδημον τῆς δωδεκάδος τῶν θείων Ἀναργύρων.

http://users.uoa.gr